Στο Παρίσι 100 χρόνια μετά την γέννηση της Edith Piaf
Πιτσιρίκα την είπε στην αρχή ο Louis Leplee, ιδιοκτήτης μεγάλου καμπαρέ, όταν την άκουσε τυχαία να τραγουδά την «Μασσαλιώτιδα» με την ιδιόρρυθμη βροντερή φωνή της, τόσο κόντρα στο φυσικό παρουσιαστικό της, έξω, στο δρόμο, γωνία Τρουαγιόν και Λακαμόν, στο σκληρό Παρίσι του Βορρά, ξυπόλυτη εκείνη, ένα και σαράντα, αδύνατη, χλωμή από τις δυσκολίες της επιβίωσής της.
Για την ακρίβεια είπε: «Έχει κότσια η πιτσιρίκα», αυτό είπε και της άπλωσε το χέρι και η πιτσιρίκα με τα κότσια, άρπαξε την ευκαιρία , να βγει απ' την μιζέρια, να βγει απ' την κατάπτωση και να γεννηθεί ξανά στο τραγούδι.
Και γεννήθηκε και πέθανε πολλές φορές στη σκηνή, όπως και στη ζωή, κι έτσι τραγούδησε, μεταξύ ζωής και θανάτου, μεταξύ έρωτα και της απουσίας του, μόνο με μαύρα, ποτέ άλλο χρώμα, γιατί το ρεπερτόριο της ήταν τραγικό, και το φανταχτερό αποσπά το κοινό απ' το ίδιο το τραγούδι. Αλλά και σε ανάμνηση,για το πρώτο, λιτό όσο δεν γίνεται, φόρεμα της στη σκηνή, που το έπλεξε η ίδια, με μαύρο μαλλί που αγόρασε, γιατί λεφτά για έτοιμο δεν είχε!
Φέτος το Παρίσι γιορτάζει την Πιτσιρίκα του και τα τραγούδια της, που έτσι κι αλλιώς ήταν, είναι και θα είναι το soundtrack αυτής της πόλης!
Εκτός των συνηθισμένων συμβατικών προσεγγίσεων νέοι τραγουδιστές σε θεατρικές μουσικές παραστάσεις, Φεστιβάλ και αφιερώματα, πειραματίζονται και πειράζουν τα τραγούδια της, ξεφεύγουν απ' την παγίδα του ρετρό και του ρομαντισμού κι ανακαλύπτουν την Piaf του αντικομφορμισμού!
Αν κυκλοφορήσει κανείς στα μέρη που εκείνη γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα της χρόνια, θα καταλάβει το γιατί!
Στα βόρεια της πόλης, τότε και τώρα η ίδια φτώχεια, οι ίδιοι εργάτες, ο ίδιος κοινωνικός αποκλεισμός, οι ίδιες μειονότητες. Κι ο έρωτας που γιατρεύει τις πληγές, τότε και τώρα, με τον ίδιο τρόπο.
Στα βόρεια της πόλης, μεταξύ του τότε και του τώρα, το ίδιο τραγούδι, αλλάζει απλά ο ήχος του, τότε βαλς κι ακορντεόν, τώρα ντραμς και χιπ χοπ.
Τότε η φωνή της Edith που μεγάλωσε σε οίκο ανοχής, τώρα οι φωνές γαλλο-αφρικανών δεύτερης και τρίτης γενιάς που μεγαλώνουνε σε γκέτο. Υγρές σοφίτες ο κόσμος της, κτίρια με γκράφιτι ο κόσμος τους. Τότε τραγούδια θλιμμένα σπαρακτικά, τώρα επιθετικά. Πάντα το ίδιο μοναχικά!
Ο δρόμος, το εκτός, η μη πρόσβαση, αυτά ήταν η πρώτη ύλη με την οποία έφτιαξε τα τραγούδια της η Edith , ο δρόμος, το εκτός, η μη πρόσβαση, αυτά ενδιαφέρουν και σήμερα τη νέα γαλλική μουσική σκηνή.
Η Piaf, επειδή ακριβώς ήταν αυτή που ήταν, έβαλε το αντισυμβατικό γαλλικό chanson στο σαλόνι των Γάλλων, όπως ακριβώς έκανε με τα blues η Billie Holiday, ή με το ρεμπέτικο ο Χατζιδάκις.
Στο Παρίσι, 100 χρόνια μετά την γέννησή της, τα τραγούδια της Piaf συνομιλούν με τα blues και μια νέα γενιά καλλιτεχνών συναντιέται μαζί τους, τα παίρνει από το σαλόνι και τα επιστρέφει στους δρόμους.
Με αφορμή αυτές τις εκδηλώσεις, την «συνάντησα» σχεδόν κυριολεκτικά σ' ένα από τα πιο παράξενα αλλά και πιο φορτισμένα συναισθηματικά μουσεία, που έχω επισκεφτεί ποτέ στην ζωή μου!
Εκεί, στην γειτονιά Menilmontant, στο βόρειο-ανατολικό Παρίσι είναι το μουσείο της, «Musee Edith Piaf», σ' ένα δυάρι με θέα σε ακάλυπτο, το πρώτο της διαμέρισμα. Εκεί που στέγασε τα πρώτα της όνειρα, πριν γίνει μεγάλη, εκεί τώρα στεγάζονται τα ενθύμια της ζωής της, η ίδια της η αύρα, το έργο της.
Το μυστικό αυτό μουσείο, που επισκέπτεται κανείς μόνο με ραντεβού, έχει ως μόνη ένδειξη γι' αυτό που είναι μια μικρή πινακίδα, στην είσοδο του καταθλιπτικού κτιρίου, που γράφει «Φίλοι της Εντίθ Πιαφ», και που είναι αυτοί που το συντηρούν, όπως και τον τάφο της στο Pere La chaise.
Ψυχή του, ο κύριος Bernard Marchois, ο οποίος συνάντησε την τραγουδίστρια, όταν ήταν έφηβος, στο σπίτι της , μια ατημέλητη μικροσκοπική γυναίκα με βροντερό γέλιο, που την νόμισε υπηρεσία του σπιτιού και που την είδε να μεταμορφώνεται στην σκηνή,να γίνεται η σταρ, και την λάτρεψε για μια ζωή!
Η ασπρόμαυρη εικόνα της – ομοίωμα σε φυσικό μέγεθος, στην είσοδο του διαμερίσματος, σού δίνει την ψευδαίσθηση ότι είναι η ίδια που σε υποδέχεται, με τον κύριο Marchois δίπλα της, χωρίς εισιτήριο, όμως κάθε δωρεά δεκτή! Στα ηχεία,στο σαλόνι,η φωνή της, τα εμβληματικά της τραγούδια, πώς ένα τόσο μικρό κορμί γεννά μια τόσο μεγάλη φωνή κι ένα τόσο μεγάλο πάθος;
Ο χώρος γεμάτος θησαυρούς μνήμης, οι μνήμες του κυρίου Marchois μπλέκουν με τις ιστορίες των προσωπικών της αντικειμένων κι ο χρόνος διαλύεται…
Έργα ζωγραφικής με θέμα την τραγουδίστρια καλύπτουν τους τοίχους, κι ο μεγάλος αρκούδος που κάθεται σε μια καρέκλα κοντά στην πόρτα, ένα δώρο από τον τελευταίο σύζυγό της, τον Theo Sarapo, τον δεύτερο και τελευταίο Έλληνα που ερωτεύτηκε μετά τον Δημήτρη Χορν , που ήταν κι ο λόγος που αγάπησε τόσο την Ελλάδα!
Εδώ και το φόρεμα της σκηνής (πάντα μαύρο) και τα μαύρα της παπούτσια, μέγεθος μόλις 34!
Όλες οι τραγωδίες της εδώ, στις φωτογραφίες της στους τοίχους ορατές με το πέρασμα των χρόνων κι οι ασθένειες, κι οι πόνοι κι οι εξαρτήσεις της από ουσίες που τους καταστέλλουν.
Όλα ξεκινούν και τελειώνουν σ' αυτό το ζευγάρι γάντια του μποξ, τοποθετημένα στο τραπέζι, κάτω απ' τον καθρέφτη, που ανήκαν στον μεγαλύτερο έρωτα της ζωής της, τον παγκόσμιο πρωταθλητή του μποξ, τον Marcel Cerdan, αυτόν που της ενέπνευσε το μεγάλο της τραγούδι, «Hymne a l'Αmour».
Παρά το γεγονός ότι ήταν παντρεμένος με παιδιά, όταν συναντήθηκαν, έζησαν για ένα χρόνο τον απόλυτο έρωτα! Πώς αλλιώς θα έκανε η Edith;
Μέχρι που ο Cerdan σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα, πηγαίνοντας να την συναντήσει στη Νέα Υόρκη. Δεν ανάρρωσε ποτέ πλήρως από την απώλεια και αυτό στο θυμίζει ο χώρος. Η λύπη αυτή και τα ρούχα της κι οι φωτογραφίες της και τα γράμματα της σε οικογένεια και φίλους και το γραφείο της κι ο καναπές της και τα διακοσμητικά της πιάτα στους τοίχους, όλα έχουν ποτιστεί από την αύρα της και δίνουν μια σπάνια για μουσείο αίσθηση οικειότητας…
Στο μεταξύ η κάθοδος από το Ménilmontant προς τον Σηκουάνα επιβεβαιώνει πως η Piaf είναι το Παρίσι το ίδιο!
Ο αέρας της πόλης κουβαλά συνεχώς νότες τραγουδιών της από λατέρνες και ακορντεόν πλανόδιων μουσικών, τα βινύλιά της δεσπόζουν στα κιόσκια, στις όχθες του ποταμού και τις υπαίθριες αγορές δίσκων.
Στα χέρια μου κρατώ το σπάνιο βιβλίο του Bernard Marchois που αγόρασα απ' το μουσείο της, την δική μου συνδρομή, με τίτλο «La vraie Piaf: Témoignages et portraites inedits», με ανέκδοτες φωτογραφίες και μαρτυρίες φίλων και συνεργατών της για την αληθινή προσωπική Edith!
Πίνοντας καφέ, το ξεφυλλίζω, διαπιστώνω πως μια περιγραφή κάποιου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την μαρτυρία κάποιου άλλου. Συμβαίνει λοιπόν και με την Piaf, ό, τι συμβαίνει με τους αληθινά μεγάλους της τέχνης!
Δεν είναι ποτέ ένα πρόσωπο! Στην πραγματικότητα είναι το πρόσωπο που εμείς τους δίνουμε. Ο καθρέφτης των δικών μας ψυχών και το άλλοθί μας να είμαστε αυτοί που είμαστε. Χωρίς να μετανιώνουμε για τίποτε – πόσο τολμηρός και προχωρημένος στίχος τουλάχιστον για εκείνους εντός η εκτός γκέτο, που ζούνε τα πάντα τους με αλήθεια!
Σχολιάστε