Αφιερώματα

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι

Άλκης Αλκαίος - Κούκος μόνος σ΄ένα ταμπλό

Γράφει ο Κώστας Προβατάς

«... τι νόημα έχει το όνειρο χωρίς μικρές νοθείες»

Ένα από τα τραγούδια που αφιερώθηκαν στον Άλκη Αλκαίο, από το «μαθητή του», όπως θεωρούσε τον Οδυσσέα Ιωάννου, όταν πια εκείνος αναχώρησε για το «μεγάλο ταξίδι», αυτό που κλείνει τον κύκλο του καθενός πάνω στη Γη και ίσως όπου αλλού μπορεί να υπάρχει Άνθρωπος.

Και δεν θα κάνουμε μεταφυσική εδώ ή επιστημονική συζήτηση, απλά ο Αλκαίος, κατά την ταπεινή άποψη του γράφοντος, θα μπορούσε να είναι εκείνος που ήρθε στη ζωή αυτή, για να υποχρεώσει πολλούς να σκέφτονται με έναν άλλον τρόπο, χρησιμοποιώντας λόγια, εικόνες, ταξίδια, πρόσωπα κι όλα αυτά μέσα από τέσσερις τοίχους για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο υπογράφων λοιπόν αυτό το κείμενο, νιώθει βαθειά ευγνωμοσύνη που είχε την ευκαιρία να «διαβάσει», να «αναρωτηθεί», να «ψαχτεί» και να «ξανασκεφτεί» μέσα από την «άλλη» ποίηση του Άλκη Αλκαίου ή Βαγγέλη Λιάρου.

Ο Βαγγέλης Λιάρος (Κοκκινιά Θεσπρωτίας, 23 Νοεμβρίου 1949 – Αθήνα, 10 Δεκεμβρίου 2012), γνωστός με το καλλιτεχνικό του όνομα Άλκης Αλκαίος, ήταν Έλληνας ποιητής και στιχουργός. Απεβίωσε στις 10 Δεκεμβρίου 2012, σε ηλικία 63 ετών. Σχετικά με την καταγωγή του ο ίδιος αναφέρει σε επιστολή του προς το Σύλλογο Παργινών Αθήνας: «Στους φίλους μου καλλιτέχνες, όταν με ρωτούν για την καταγωγή μου, απαντώ ότι ο μεν Βαγγέλης [Λιάρος] είναι γέννημα Κοκκινιώτης και θρέμμα Παργινός, ο δε Άλκης [Αλκαίος] είναι γέννημα και θρέμμα Παργινός. Την Πάργα άλλωστε “περιέχουν” όλα μου τα τραγούδια κι ας είναι μόνο ένα απ' αυτά που την αναφέρει ρητά (είναι η “Άνοιξη της Πάργας”), γιατί επί 45 χρόνια απ' αυτήν φεύγω και σ' αυτήν επιστρέφω κάθε καλοκαίρι. Γιατί η Πάργα μας είναι η νιότη μου, ο έρωτάς μου, το ταξίδι μου και η Ιθάκη μου».

Ο Βαγγέλης Λιάρος τελείωσε το Γυμνάσιο Πάργας και σπούδασε στη Νομική Σχολή τα χρόνια της δικτατορίας. Είχε εμπλακεί στην πρώτη απόπειρα δραπέτευσης του Αλέκου Παναγούλη από τη φυλακή όπου βρισκόταν, μετά την αποτυχημένη προσπάθεια δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου. Συνελήφθη και έμεινε κρατούμενος για πέντε μήνες πρώτα στην Μπουμπουλίνας και μετά στο ΕΑΤ-ΕΣΑ, περνώντας φρικτά βασανιστήρια. Οι πληγές αυτών των βασανισμών σημάδεψαν ισόβια το κορμί του, καθώς του δημιούργησαν σοβαρότατα νευρολογικά και κινητικά προβλήματα. Από το 1974 και μετά άρχισε να έχει σοβαρότατα προβλήματα υγείας, εξαιτίας αυτών των βασανιστηρίων και του αυτοάνοσου που του παρουσιάστηκε, ρευματοειδή και αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα.

Κάποια στιγμή, ταξίδεψε στο εξωτερικό προκειμένου να υποβληθεί σε μία ειδική επέμβαση, η οποία, όμως, δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Όσο περνούσαν τα χρόνια ήταν αναγκασμένος να περνά τις ημέρες του κλεισμένος σ' ένα σπίτι και για μεγάλα χρονικά διαστήματα ήταν καθηλωμένος στο κρεβάτι. Φύλακας-άγγελός του σε όλη αυτήν την περιπέτεια ήταν ο πατέρας του, ο οποίος ζούσε μαζί του και τον περιέβαλε με όλη του την αγάπη. Και σε κάθε περίπτωση, να καταφέρνει να εμπνέει τους φίλους του μέχρι το τέλος, όπως οι "Μικρές Νοθείες" που λέμε στην αρχή, τραγούδι του Οδυσσέα Ιωάννου και του Θάνου Μικρούτσικου, αφιερωμένο στον Άλκη Αλκαίο.

Αλλά πώς φτάνει κανείς εκεί... Όπως σημειώνει ο Ηρακλής Οικονόμου στη μελέτη του για την παρουσία των ιστορικών στοιχείων στο έργο του Αλκαίου:

«Στο έργο του Αλκαίου μπορεί να επισημανθεί μία συγκεκριμένη φιλοσοφία της ιστορίας, σύμφωνα με την οποία η ιστορία δεν είναι ούτε μία τυχαία διαδοχή γεγονότων, ούτε μία ντετερμινιστικά προδιαγεγραμμένη πορεία, ούτε ένδοξο έργο μεμονωμένων ηγετών και ηρώων. Ρητά ή άρρητα, η ιστορία εδώ νοείται ως τάση και ως σύγκρουση, που υπόκειται στη δύναμη της συλλογικής δράσης. Η αναγκαιότητα που ενυπάρχει στην ιστορία διαμεσολαβείται από την ανθρώπινη πράξη και βούληση. Πώς βλέπει ο ποιητής το ρόλο του εντός της; Η ιστορία για τον Αλκαίο συνίσταται σε υπόγειες φλέβες και ρεύματα, σε μετακινήσεις τεκτονικών πλακών που σε τελική ανάλυση έχουν εγγεγραμμένες μέσα τους την ταξική πάλη και τις αντιθέσεις που γεννιούνται στη σφαίρα του κοινωνικού. Και οι ήρωες του ποιητή δεν ξεφυτρώνουν ουρανοκατέβατα, ούτε προσφέρονται για μπλουζάκια και είδωλα. Στις περισσότερες των περιπτώσεων βουτάνε μέσα στην αντίφαση και στην ανάγκη, «Πάντα γελαστοί και γελασμένοι», έχοντας όμως πρώτα αποπειραθεί το αδύνατο και έχοντας περισώσει την υποψία μιας διαφορετικής έκβασης των πραγμάτων....».

Και επηρεασμένος από τις συνθήκες του κόσμου, από τις πολιτικές περισσότερο κι από τις αντιδράσεις που είχαν ορίζοντα την ελευθερία και τη δημοκρατία, τη γενναιότητα, την αυταπάρνηση και την αδιαφορία για τη δική τους ζωή, μπας και ξημερώσει μια καλύτερη μέρα μέσα από τη θυσία τους, «Πάντα γελαστοί και γελασμένοι». Με την δική του αφιέρωση: «Ισαάκ και Σολωμού και Μαρίνου Μαρτύρων» (με άλλα λόγια στους δολοφονηθέντες, το 1996, Κυπρίους Τάσο Ισαάκ και Σολωμό Σολωμού και στον αναρχικό Χριστόφορο Μαρίνο, ο οποίος «αυτοκτόνησε» (;) την ίδια χρονιά υπό περίεργες συνθήκες ενώ βρισκόταν εν πλω).... Αλλά και αποδίδοντας φόρο τιμής εκεί που ο ίδιος θεωρούσε ότι έτσι πρέπει να γίνει. Όπως π.χ. στον Άκη Πάνου στο τραγούδι "Βότσαλα" από τα "12+1 Ηλιοτρόπια" με τη φωνή του Παντελή Θαλασσινού, όπου ο "ποιητής" παίζει με τα στιχουργικά μέτρα και τις παραλλαγές από κουπλέ σε κουπλέ αριστουργηματικά.

Σαν τα καράβια έρχονται και φεύγουν οι αγάπες

Κι είναι γλυκό κι είναι πικρό να ζεις με αυταπάτες

Στην προκυμαία τραγουδούν ξενυχτισμένοι ναύτες

Του Άκη Πάνου ένα παλιό που λέει για παραβάτες

Κι ό, τι κι αν είχε κάνει ο Άλκης Αλκαίος, εντρυφώντας μεταξύ ποίησης και στιχουργικής, διότι ο Θάνος Μικρούτσικος τον θεωρούσε ποιητή που κάνει και τον στιχουργό από χόμπι, τα άφησε κληρονομιά στο ελληνικό τραγούδι σε μια μαγική για όλους μας δεκαπενταετία, αυτήν που ξεκινά το 1984 με το "Πρωινό τσιγάρο" σε μουσική Νότη Μαυρουδή (εις μνήμην Μάνου Λοΐζου) και φτάνει στα 1999 με τον δίσκο "Εντελβάις" που δημιουργεί μαζί με τον Μάριο Τόκα, για τη μαγική φωνή του φίλου του πια Δημήτρη Μητροπάνου, αν και αρχικά όπως προκύπτει από τα ιστορικά στοιχεία ο δίκος αυτός προοριζόταν για τον Γιώργο Νταλάρα. Του Δημήτρη Μητροπάνου λοιπόν, ενός χαρισματικού και εμβληματικού τραγουδιστή και μάλλον καλύτερα ερμηνευτή, τουλάχιστον από το 1996, όταν με το άλμπουμ "Στου αιώνα την παράγκα" του έδωσε μια άλλη ταυτότητα που τον χαρακτήρισε και τον σημάδεψε στην καριέρα του. Τραγούδια που ήρθαν για να μείνουν, "Ρόζα", "Πάντα γελαστοί", "Σαν πλανόδιο τσίρκο", "Πατησίων και παραμυθιού γωνία", "Για μια Ντολόρες"...

Λέει χαρακτηριστικά ο Μικρούτσικος μετά την απώλεια του Αλκαίου:

«Είμαι περήφανος που πριν 38 χρόνια ανακάλυψα έναν σπουδαίο ποιητή που παριστάνοντας τον στιχουργό, άλλαξε τη ροή του ελληνικού τραγουδιού και εξέφρασε την προσωπική αγωνία ενός εκάστου εξ' ημών αλλά και την καθολική αγωνία της γενιάς μου. Κι αν η Ιστορία έγινε σιωπή, ο μόνος δρόμος είναι ο δρόμος, σ΄αυτό τον τόπο που θα μας ακολουθεί όπου κι αν πάμε...».

«Ήταν λεβέντης. Δεν σε άφηνε καν να αντιληφθείς το πρόβλημά του, ούτε του άρεσε να συζητά για όσα είχε ζήσει στο παρελθόν. Πάντα μιλούσε για το μέλλον. Μπορεί να ήταν κλεισμένος σ' ένα δωμάτιο, αλλά το δωμάτιο αυτό είχε παράθυρα σ' όλον τον κόσμο», μας λέει ο Μίλτος Πασχαλίδης, ένας από τους τραγουδοποιούς της νεότερης γενιάς που συνεργάστηκε στενά με τον Αλκαίο.

«Είχε εμμονή με τις λέξεις, δούλευε πολύ το κείμενό του και απαιτούσε από τον συνθέτη να μην αλλάζει ούτε ένα κόμμα. Προτιμούσε να αλλάξει τον τίτλο ενός τραγουδιού, παρά να αντικαταστήσει μια απλή για τους άλλους λέξη, η οποία όμως για τον ίδιο είχε καθοριστική σημασία...», συμπληρώνει. Και πάντα αποδεικνυόταν εκ των υστέρων πως ο στιχουργός είχε δίκιο, αφού, για ακόμη μία φορά, το τραγούδι σημείωνε μεγάλη επιτυχία. Και εν ολίγοις, χαριτολογώντας και παίζοντας με όσα λέει ο Πασχαλίδης, δεν είναι τυχαίος κι ο στίχος από το "Αγύριστο κεφάλι".

«Φυσάει ένας αέρας που σαρώνει,

μα εγώ είμ' ένα τραγούδι αλλοτινό

στου δρόμου το λιοπύρι και το χιόνι

αγύριστο κεφάλι θα γυρνώ».

Το δεύτερο βιβλίο-cd της σειράς "Άξιος λόγος" με παραγωγούς τον Γιώργο Νταλάρα και τον Μιχάλη Κουμπιό, είχε πρωταγωνιστή τον στιχουργό-ποιητή Άλκη Αλκαίο, σε μια καμπή της δουλειάς του, όπου πλέον έχει στραφεί και στους νέους ερμηνευτές. Το άλμπουμ «Οι τροβαδούροι της καρδιάς μου», έφερε κοντά μια πλειάδα ολοκληρωμένων καλλιτεχνών της εποχής μας.

Αρλέτα, Βαγγέλης Γερμανός, Δημήτρης Ζερβουδάκης, Χρήστος Θηβαίος, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Βασίλης Καζούλης, Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας (ξανά μαζί), Σωκράτης Μάλαμας, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Μιλτιάδης Πασχαλίδης, Φίλιππος Πλιάτσικας, Νίκος Πορτοκάλογλου, Μπάμπης Στόκας, Διονύσης Τσακνής, Νίκος Ζούδιαρης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, Γιώργος Νταλάρας, Μιχάλης Κουμπιός.

Ο Άλκης Αλκαίος είδε αυτά τα "13 παραμιλητά", όπως τα χαρακτηρίζει στο σημείωμα του δίσκου ως…

"… αφορμές για συνάντηση με εξαίσιους τροβαδούρους".

Αυτά όμως, όλα τα παραπάνω που αφορούν στη δισκογραφία και τη σχέση του δημιουργού με τον απλό κόσμο, είναι μια μόνο ακτίνα φωτός ενός λαμπρού ήλιου, ενός αυτόφωτου αστέρα, για να συνδεθούμε με την αρχή του άρθρου. Σε κάποιο αφιέρωμα, ας με συγχωρέσει ο συγγραφέας του που δεν θυμάμαι ακριβώς, τον είχε αναφέρει ως «Το πνευματικό παιδί του Καρυωτάκη». Εδώ απλά να πούμε, ότι ο περισσότερος κόσμος γνωρίζει την κατάθλιψη του ποιητή Καρυωτάκη, χωρίς ίσως να έχει εμβαθύνει στο έργο του. Το οποίο, κατά βάση, έχει μελοποιηθεί από «ροκ» καλλιτέχνες και εν πάσει περιπτώσει φανερώνει στα κείμενά του μια τέτοια τάση, οπότε όποιος τον ακολουθεί και τον μελετά, το κάνει με βάση το έργο που προκύπτει και όχι τον ίδιο τον άνθρωπο και τα εσωτερικά του προσωπικά δαιμόνια.

Ο Αλκαίος μεγάλωσε διαβάζοντας Καρυωτάκη, σε μια περιοχή που η πνευματική κληρονομιά του ποιητή είναι διάχυτη. Και όπως αναφέρεται σε βιβλιογραφία για τον Καρυωτάκη (Σπ. Αραβανής), ο ποιητής έχει πολλά κοινά σημεία με τον Αλκαίο. Ο οποίος, άξια, έχει επηρεαστεί εν πολλοίς από το μεταφραστικό έργο του Καρυωτάκη από Γάλλους καταραμένους, ρομαντικούς, σατιρικούς ποιητές, όπως π.χ. ο Μποντλέρ. Αυτά όλα ο Αλκαίος τα περιέγραψε σε δοκίμιο για τον Καρυωτάκη, το οποίο εκδόθηκε το 1967. Σε επιστολή του στο Δ.Σ. του Συλλόγου Συλλόγου Παργινών Αθήνας αναφέρει:

"Ήταν αρχές του 1967, όταν ο αείμνηστος Αλέξανδρος Μπάγκας, Δήμαρχος Πάργας, με παρουσίασε, μαθητή ακόμα στο γυμνάσιο Πάργας, ως δημιουργό με τα πιο ενθουσιώδη λόγια, στο κατάμεστο χειμωνιάτικο σινεμά, στου "Καρύδη". Θερμοί συμπαραστάτες ήταν οι αείμνηστοι Νίκος Τσάκας, Πέτρος Γιούργας και ο τότε Νομάρχης Πρεβέζης, Θεόδωρος Βγενόπουλος. Θέμα της διάλεξης ήταν ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης και αφορμή η άρνηση των θρησκευτικών αρχών στην Πρέβεζα να τελέσουν μνημόσυνο για έναν αυτόχειρα. Η διάλεξη αυτή έγινε βιβλίο. Και θυμάμαι πόση συγκίνηση ένοιωσα όταν έλαβα ένα γράμμα από το Θάνο Καρυωτάκη, αδελφό του ποιητή, με ύμνους για το βιβλίο. Έτσι ξεκίνησα. Με ένα πεζό για έναν ποιητή. Υπό την αιγίδα του Δήμου Πάργας".

Και έχει σημασία πώς ολοκληρώνει αυτό το δοκίμιο, αποδεικνύοντας ότι τον νοιάζει το έργο του ποιητή και όχι ο ίδιος:

«Βέβαια, ο άνθρωπος Καρυωτάκης μπορεί να μας είναι άχρηστος. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο και για τον ποιητή. Ο δεύτερος μας χρειάζεται, το έργο του μας χρειάζεται».

Έτσι ξεκίνησε λοιπόν, μόνο που δεν μπορούσε να ξέρει όταν συνέβαινε αυτό, ότι θα παρακολουθούσε το βίο και την πολιτεία αρκετών λογοτεχνών που ολοκλήρωσαν τη ζωή τους ως αυτόχειρες, χρησιμοποιώντας τον τρόπο που το έκανε ο πρώτος του σημαντικός ήρωας, ο Κώστας Καρυωτάκης, με τον οποίο παρουσιάστηκαν στα ελληνικά γράμματα σε ίδια περίπου ηλικία, αυτή των 15-16 ετών. Και γι' αυτούς όλους θα έχει να γράψει ποιήματα και στίχους και να τους τα αφιερώσει.

Εκτός λοιπόν του Καρυωτάκη, με τον οποίο τα έργα τους σχεδόν έχουν μια συγγένεια «αίματος» («Spleen» μετέφραζε ο Καρυωτάκης από τον Μποντλέρ, «Spleen» έγραφε ο Αλκαίος δικό του πόνημα), στα ποιήματα-στίχους του Αλκαίου θα βρούμε αναφορές σε αυτόχειρες, όπως ο Βλαντιμίρ Μαγιακόσφσκι («Ταπεινό ρέκβιεμ για το μέλλον»), ο οποίος σαν τον Καρυωτάκη άφησε σημείωμα στο σημείο που αυτοκτόνησε, την Αμερικανίδα ποιήτρια Σίλβια Πλαθ που αυτοκτόνησε εισπνέοντας γκάζι («Χαρούμενο τραγούδι για τη Σίλβια Πλαθ»). Βέβαια και ο στίχος δεν είναι και πολύ χαρούμενος… Συνέχεια με τον Αλέξη Τραϊανό (Ζαβατάρη), επίσης αυτόχειρα ποιητή, για τον οποίον έγραψε το «Γέννηση και θάνατος του Αλέξη Τραϊανού». Ο Τραϊανός έκανε τρεις απόπειρες αυτοκτονίας, μέχρι να καταφέρει να αυτοκτονήσει και ήταν θερμός έως φανατικός οπαδός του Καρυωτάκη. Στην ταινία- ντοκιμαντέρ του Τάσου Ψαρρά για τον Αλέξη Τραϊανό, από την πολιτιστική σειρά «Εποχές και συγγραφείς» της ΕΤ1, αναφέρεται πως ο ποιητής ήταν αυτοσαρκαστικός και αυτοκαταστροφικός, όπως ο Καρυωτάκης και η Πλαθ, τους οποίους θαύμαζε βαθειά και τους αφιέρωσε ποιήματά του (Τάσος Ψαρράς, 2013).

Για τον Νίκο Πουλαντζά, που τη δεκαετία του '70 αναφέρονταν μαζί με τον περίφημο Λουί Αλτουσέρ, ως ηγέτες του δομικού μαρξισμού, αφιερώθηκε το «Κακοήθες μελάνωμα», με τη σύμφωνη γνώμη Μικρούτσικου και Αλκαίου. Εδώ βέβαια, η αρχική αφιέρωση αυτού του τραγουδιού αφορά τη μητέρα του Αλκαίου που έφυγε από τη ζωή, εξαιτίας μελανώματος στα 43 της χρόνια, ακριβώς όσων ετών ήταν και ο Πουλαντζάς όταν αυτοκτόνησε, πέφτοντας από το μπαλκόνι του διαμερίσματός του στο Παρίσι. Στην Κατερίνα Γκουλιώνη, την αγωνίστρια για τα δικαιώματα των φυλακισμένων γυναικών, η οποία «φαίνεται» (ή «φέρεται») να έχει αυτοκτονήσει κατά τη μεταγωγή της από τις φυλακές της Θήβας σε αυτές του Λασιθίου, έχει αφιερωθεί το «Πέταγμα» («Το σύντομο καλοκαίρι της Κατερίνας Γ.»).

Κι αυτός ο κατάλογος ολοκληρώνεται με τον Κερκυραίο Κώστα Γεωργάκη, τον πρώτο «μάρτυρα» που θυσιάστηκε στο βωμό της «απελευθέρωσης» της χώρας μας από τη χούντα των συνταγματαρχών. Αυτοπυρπολήθηκε στη Γένοβα -στην πλατεία Ματτεότι- σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το δικτατορικό καθεστώς της Ελλάδας. Ήθελε με την κίνηση αυτή να ευαισθητοποιήσει την παγκόσμια κοινότητα για την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα. Την ώρα που οι φλόγες τύλιγαν το κορμί του, ακούστηκε η κραυγή διαμαρτυρίας του: «Ζήτω η Ελλάδα! Κάτω η δικτατορία!». Στην περίπτωση του Κώστα Γεωργάκη, υπάρχουν φήμες αλλά και ενδείξεις πως το περίφημο «Ερωτικό» αφορά στη θυσία του, τουλάχιστον στην πρώτη στροφή του. Επισήμως ποτέ δεν έμαθε κανείς το πώς εμπνεύστηκε ο Αλκαίος αυτό το τραγούδι, που όλος ο κόσμος έμαθε να ψιθυρίζει και να πονάει μαζί του. Οι φήμες ξεκίνησαν από την Πάτρα, όταν ο Αλκαίος παρευρέθηκε στην κηδεία του Τεμπονέρα, εκεί που εξηγήθηκε πως η Γένοβα ήταν από τις πρώτες πόλεις που κυριεύτηκαν από τους Βησιγότθους, όταν αυτοί εκστράτευσαν στην Ιταλία. Το υπόλοιπο τραγούδι, δείχνει να αναφέρεται στην παρουσία του αμερικάνικου στόλου στη Μεσόγειο (μέσα της δεκαετίας του '60), καθώς και την παρουσία και χρήση του πεδίου βολής της Κρήτης από Αμερικάνους στρατιώτες την ίδια εποχή. Συνέπεια τούτων, να πρόκειται για πολιτικό και όχι ερωτικό τραγούδι.

Η πρώτη εμφάνιση του Άλκη Αλκαίου στη δισκογραφία σημειώνεται το 1978 στο δίσκο «Τραγούδια της λευτεριάς» σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου, με τη Μαρία Δημητριάδη να τραγουδάει το "Φλεβάρης 1848". Στις αρχές της καριέρας του ο Αλκαίος έδωσε με το τραγούδι το ισχυρό διεθνιστικό του στίγμα, τις αριστερές του καταβολές και την επιρροή του από τα επικά οράματα ποιητών, όπως ο Πάμπλο Νερούδα:

«Απόψε σμίξαν τις καρδιές μας σ' έναν έστω/ στιγμιαίο συντονισμό ίδιες ελπίδες/ καθώς μας φώτιζαν το δρόμο οι σελίδες/ απ' το κομμουνιστικό μας μανιφέστο».

Τα περισσότερα ωστόσο από τα «αφιερωμένα» ποιήματά του προς τους αυτόχειρες, βρίσκονται στον δίσκο (αλλά και ποιητική συλλογή του) "Εμπάργκο" του 1982, εκεί που ξεκινούν με τον Θάνο Μικρούτσικο μια σπουδαία πορεία. Ο Αλκαίος αποκτά αμέσως ταυτότητα, ξεχωρίζοντας από τους υπόλοιπους σύγχρονούς του πολιτικοποιημένους στιχουργούς στο ότι γράφει και ως πολίτης του κόσμου, ως εκφραστής της παγκόσμιας ελευθερίας με ένα θεωρητικό μαρξιστικό υπόβαθρο (όπως στη «Γαμμαγραφία (Σαλβαντόρ '80)» που περιγράφει με αριστοτεχνικό τρόπο τον εμφύλιο πόλεμο του Ελ Σαλβαδόρ που μόλις είχε ξεσπάσει). Αντίστοιχα, η ελληνική χούντα του '67 υπήρξε μάλλον ελάχιστη, μπροστά στο αιμοσταγές δικτατορικό καθεστώς του στρατηγού Εβρέν, με τα μάτια και την ποιητική κατανόηση του Αλκαίου. Την πραγματικότητα αυτού του καθεστώτος περιγράφει ο ποιητής στο «Χημείο του Μαγιού», προσθέτοντας στον τίτλο του τραγουδιού τη φράση «Τουρκία '81» σε παρένθεση.

Όπως είπαμε και παραπάνω, στα χρόνια της Χούντας συνελήφθη και υπέστη για μήνες φρικτά βασανιστήρια που του δημιούργησαν σοβαρότατα προβλήματα υγείας που οξύνθηκαν στα χρόνια, λόγω και του αυτοάνοσου που του παρουσιάστηκε. Ο Μίλτος Πασχαλίδης αποκαλύπτει:

«Τους δυο βασανιστές του ο Αλκαίος τους συνάντησε κάποτε. Τον ένα στην Ευελπίδων, έξω απο μια αίθουσα δικαστηρίου. Ήταν αστυνομικός. Ο Άλκης τον γνώρισε αμέσως. Του λέει: “Με θυμάσαι;” Ο άλλος δεν τον κατάλαβε. “Κάτι μου θυμίζεις αλλά δεν είμαι σίγουρος. Μήπως υπηρετήσαμε μαζί φαντάροι;”.

Ο Άλκης χαμογέλασε και του είπε: “Έχεις δίκιο. Μαζί υπηρετήσαμε. Μόνο που εσύ ήσουν από πάνω και εγώ από κάτω”. Έκανε μεταβολή και έφυγε. Τον άλλο τον πέτυχε στο καράβι. Ήταν μαζί με τον αδελφό του, Γρηγόρη, ο οποίος του λέει: “Δειξ τον μου τον να τον σκίσω”. Δεν του τον έδειξε. Έκανε μόνο μια κίνηση με το δεξί χέρι. “Προχώρα, δεν έχει σημασία”».

Και να σκεφτεί κανείς ότι από το 1984 και μετά δεν ξαναστάθηκε όρθιος…

Γράφει ο Κώστας Μπαλαχούτης:

«Ακωδικοποίητο το στιχουργικό χαρμάνι του Αλκαίου. Έντεχνη γραφή και πλοκή μέχρι το μεδούλι, πλούτος βαρύς, κατεργασμένος λεπτοβελονιά. Παντρεμένος όμως με μια μεστή λαϊκότητα με ρίζα βαθειά, που του εξασφαλίζει το ζηλευτό προνόμιο της αμεσότητας. Κάπως έτσι δύσκολες λέξεις, προσωπικά και διφορούμενα νοήματα, γίνονται κοινός τόπος, κτήμα και πεδίο έκφρασης των πολλών που ίσως και να αγνοούν τις αφορμές αλλά και τις αιτίες του ανθρώπου που τα γέννησε».

Ο Άλκης Αλκαίος ήταν ο άνθρωπος που εισήγαγε τις «δύσκολες» λέξεις στο λαϊκό τραγούδι, που «μίλησε» μέσα από τη σύνθετη ποιητική του γλώσσα στην ψυχή κάθε Έλληνα, που έγραψε τραγούδια για πολλούς και διαφορετικούς ερμηνευτές. Κι αν ο περισσότερος κόσμος που έχει λατρέψει τα τραγούδια του δεν είδε ποτέ το πρόσωπό του και δεν διάβασε ποτέ καμιά συνέντευξή του, είναι γιατί ο ίδιος το είχε επιλέξει, καθώς πίστευε πως ό,τι έχει να προσφέρει στον κόσμο το προσφέρει μέσα από την ποιητική του έμπνευση. Αποτραβηγμένος από τα φώτα της δημοσιότητας και των ΜΜΕ, έχοντας μία ραδιοφωνική, μία τηλεοπτική συνέντευξη και κάποιες δημοσιοποιημένες φωτογραφίες, τα μόνα που ξέρουμε γι' αυτόν, και τα μόνα που ήθελε να μάθουμε γι΄αυτόν, είναι τα συναισθήματά του που περνούν από τα ποιήματά του στο μυαλό μας.

«Πάρε τη ζωή στα δυο σου χέρια/ τις γροθιές σου χτύπα στα μαχαίρια/ θα 'φευγαν τα σύννεφα φαντάσου/ αν κουνούσες λίγο τα φτερά σου. Πουλί σε δέντρο αρχοντικό παλιό τραγούδι λέει/ αυτός που όλα τα 'χασε ματώνει μα δεν κλαίει/ αν δε φυσήξει ο άνεμος το φύλλο δε σαλεύει/ αν δε θυμώσει η θάλασσα το κύμα δε χορεύει».

«Σταυρόλεξα για δυνατούς λύτες» χαρακτηρίζει ο Σπύρος Αραβανής τα ποιήματά του και παρά το γεγονός πως δεν είναι «εύληπτα», διαθέτουν το προνόμιο της ευρείας απήχησης. Είναι ο ποιητής που έβαλε σε ζεϊμπέκικο ρυθμό «τη γη των Βησιγότθων» και -παρά τις αντιρρήσεις όλων γύρω του κατάφερε να την κάνει «εθνικό ύμνο».

Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι ο Άλκης Αλκαίος ήταν ένας άνθρωπος της «νύχτας», ένας άνθρωπος που ζούσε τη ζωή στα όρια, αν ακούσει κάποιους μεμονωμένους στίχους· λ.χ. τη «Βικτώρια», το «Πόρτο Ρίκο», το «Κιφ». Κι όμως ο άνθρωπος αυτός ζούσε για χρόνια κλεισμένος μέσα στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού του, στην Πάργα ή στην Κάτω Κηφισιά. Τη ζωή τη ζούσε εγκεφαλικά, μέσα από τα βιβλία, τη μελέτη, την ενημέρωση και την επικοινωνία με λίγους καλούς φίλους. Μετά την έστελνε πίσω σε στίχους καλοδουλεμένους και τροχισμένους με επιμέλεια. Τα ταξίδια του ήταν φανταστικά, ήταν ταξίδια του νου και της ψυχής.

Με λίγα, πολύ λίγα λόγια που σκαρώνω εγώ, εδώ που γράφω έρχονται μόνα τους… κι ας μου το επιτρέψει το ποιητικό του πνεύμα…

«… αυτή είναι μια ζωή βασανισμένη

με τέσσερις τοίχους συμφιλιωμένη…»

Ήταν ένας γενναίος μαχητής της ζωής κι ένας άνθρωπος -στην ουσία αισιόδοξος, αν στο άλλο πιάτο της ζυγαριάς βάλει κανείς βασανιστήρια και αρρώστιες αλλά και την αρχική επαφή με τον Καρυωτάκη και όλους τους υπόλοιπους «αγαπημένους» αυτόχειρες.

Προσωπικά, ο Άλκης Αλκαίος με έχει σημαδέψει όσο κανείς άλλος στιχουργός. Η μοναδική του ικανότητα να ταξιδεύει με το στίχο του, ανακατεύοντας πρόσωπα φανταστικά, μέρη που υπάρχουν, έννοιες που κρύβονται στις λέξεις, δημιουργία του στίχου με μοναδικό τρόπο. Αν κάποτε είχαν πει ότι επειδή δεν εμφανιζόταν ήταν ένας μύθος, μη υπαρκτός αλλά μύθος, δε μου άλλαξε ποτέ την εικόνα του μυαλού μου. Όταν ανακάλυπτα κάτι καινούριο από την πένα του, άρα κι από τα απωθημένα του ή τις επιθυμίες του (ό, τι θέλετε πείτε), ταυτόχρονα με συνάρπαζε.

Αρκεί που ήταν Αλκαίος.

Στο "Πόρτο Ρίκο" διάβαζα ένα βιβλίο που το ξαναδιάβαζα και το ξαναδιάβαζα, ο "Κλόουν" που αρκετούς τους φοβίζει, εμένα με ηρεμούσε. Σκέφτηκα ότι δεν είναι δυνατόν να μετουσιώνει τον έρωτα έτσι βγαλμένο από τα στενά της Πατησίων, όλα τα στενά που γύρισα πιτσιρικάς και νέος, στο "Πατησίων και παραμυθιού γωνία".

Και νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλη πιο συμπυκνωμένη νουβέλα από το "Ιπτάμενο χαλί", ένα τραγούδι που είναι απόσταγμα άλλων πρώτων εκτελέσεων. Αρχικά με τη φωνή της Μαρίας Δημητριάδη σαν "Να με θυμάσαι", σε μουσική Χριστόφορου Κροκίδη γνώρισε μια ροκ εκτέλεση στο δίσκος της "Αύριο". Όμως τους στίχους του Αλκαίου τους πήρε ο αείμνηστος Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, τους ταίριαξε με τη μουσική από τα "Κίτρινα βράδια" που είχε τραγουδήσει ο ίδιος με τον Δημήτρη Μητροπάνο κι έτσι δημιουργήθηκε η υπέροχη μπαλάντα "Ιπτάμενο χαλί" (2001).

Δισκογραφία και συμμετοχές

1978 Τραγούδια της λευτεριάς

1980 Δελτίο καιρού

1982 Εμπάργκο

1983 Αραπιά για λίγο πάψε να χτυπάς με το σπαθί

1983 Αυτά τα βράδια

1984 Στην όχθη της καρδιάς μου

1986 Η αγάπη είναι ζάλη

1987 Σε απρόβλεπτα τραγούδια

1988 Στον Σείριο υπάρχουνε παιδιά

1989 Όσο κρατάει ένας καφές

1989 Χορεύω

1991 Χρόνια πολλά

1992 Σφεντόνα

1994 Δε σηκώνει

1996 Στου αιώνα την παράγκα

1996 Αύριο

1998 13000 μέρες

1998 Ο Θάνος Μικρούτσικος τραγουδά Θάνο Μικρούτσικο

1998 Κακές συνήθειες

1999 Εντελβάις

2000 Ο φύλακας και ο βασιλιάς

2001 Υλικό ονείρων

2001 Μελίνα Κανά

2001 Εκπομπή

2001 Βυθισμένες άγκυρες

2001 Η άσφαλτος που τρέχει

2002 Ένα

2003 Η μόνη μου πατρίδα είναι ο χρόνος

2006 Υπέροχα μονάχοι

2007 Άξιος λόγος: Οι τροβαδούροι της καρδιάς μου

2007 Μέχρι να πάρεις παγωτό, σε βρίσκει ο χειμώνας

2008 Το φίλτρο

2009 Ουράνια τόξα κυνηγώ

2010 Πέρασμα

2012 Η αυλή των τρελών

Κλείνω τον «Υπνόσακο» και ονειρεύομαι τα ταξίδια του…

    Μοιραστείτε το άρθρο:

    Σχολιάστε

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

    Λουκιανός Κηλαηδόνης - Ένας καουμπόης στη… Βουλιαγμένη

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Δεν το διάλεξα εγώ να γίνω καλλιτέχνης – τυχαία έγινε....

    Συνέχεια

    Βασίλης Τσιτσάνης - Ο «Θεόφιλος» της λαϊκής μουσικής

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Στα αφιερώματα που αφορούν σε τεράστια ονόματα, ανθρώπους που ταυτίστηκαν με αυτό που...

    Συνέχεια

    Μελοποιημένος Καβάφης

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Υπάρχουν 289 τραγούδια με στίχους Κ.Π.Καβάφη. Να...

    Συνέχεια

    Eυτυχία Παπαγιαννοπούλου - Η θρυλική «γρηά» του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Γράφω όταν με πνίγει μια παλιά θύμηση, όταν με...

    Συνέχεια

    Η αριθμητική της Ελληνικής Δισκογραφίας για το 2021

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Το 2021 κυκλοφόρησαν 357 ελληνικοί δίσκοι. Οι 248...

    Συνέχεια

    Θάνος Μικρούτσικος, Άρλεκιν και Φελίνι

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «…κι εσύ σαλπάρεις με το πλοίο του Φελίνι...

    Συνέχεια

    Παύλος Σιδηρόπουλος - «Ο πρίγκιπας του ροκ»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Ο δίσκος «Στον Π – Αφιέρωμα στον Παύλο Σιδηρόπουλο»...

    Συνέχεια

    Αργύρης Κουνάδης - Το ταξίδι...

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς O Αργύρης Κουνάδης γεννήθηκε στη Κωνσταντινούπολη τον...

    Συνέχεια

    Δημήτρης Γκόγκος (Μπαγιαντέρας) - Σα μαγεμένο το μυαλό μου...

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Το πρωί ξεκίναγα μόνος, τυφλός με το μπαστούνι για...

    Συνέχεια