Αφιερώματα

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι

Παύλος Σιδηρόπουλος - «Ο πρίγκιπας του ροκ»

Γράφει ο Κώστας Προβατάς

Ο δίσκος «Στον Π – Αφιέρωμα στον Παύλο Σιδηρόπουλο» κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2000 από τη δισκογραφική εταιρεία "Μεσόγειο", ακριβώς 10 χρόνια μετά τον θάνατο του Παύλου Σιδηρόπουλου. Είναι ένας δίσκος–συλλογή που περιέχει 10 τραγούδια του Σιδηρόπουλου, διασκευασμένα και ερμηνευμένα από ισάριθμα ελληνικά ροκ συγκροτήματα ή Έλληνες τραγουδιστές. Στην τελευταία σελίδα, παρατίθενται τα λόγια του Παύλου Σιδηρόπουλου:

«…γιατί εγώ δεν είμαι ροκεντρολίστας από γεννησιμιού μου. Είχα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. Αλλά το διάλεξα σαν τρόπο ζωής. Και ό,τι τράβηξα μετά το τράβηξα επειδή το ήθελα, όχι επειδή οδηγήθηκα προς τα κει».

Ο Παύλος Σιδηρόπουλος (Αθήνα, 27 Ιουλίου 1948–Νέος Κόσμος, Αθήνα, 6 Δεκεμβρίου 1990) ήταν Έλληνας στιχουργός, συνθέτης, τραγουδιστής και ηθοποιός. Ξεκίνησε τη μουσική του καριέρα στο ντουέτο "Δάμων και Φιντίας" και συνεργάστηκε επίσης με τα "Μπουρμπούλια", καθώς και με τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ΄80 συνεργάστηκε με το συγκρότημα "Απροσάρμοστοι". Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 42 ετών, την παραμονή της συναυλίας του Robert Plant, της «φωνής» των Led Zeppelin, στο Σ.Ε.Φ. τον Δεκέμβριο του 1990.

Έφυγε από τη ζωή μέσα σε ένα ασθενοφόρο που τον μετέφερε στον Ευαγγελισμό. Είχε βρεθεί σε κωματώδη κατάσταση στο σπίτι μιας φίλης στο Νέο Κόσμο, η «Η» τον είχε νικήσει. Κηδεύτηκε 4 μέρες αργότερα στον Κόκκινο Μύλο στη Νέα Φιλαδέλφεια. Ελάχιστοι επώνυμοι και πλήθος κόσμου αποχαιρέτησαν τον Απροσάρμοστο «Πρίγκιπα της ελληνικής ροκ». Λέει ο Δημήτρης Πουλικάκος σε συνέντευξή του:

"Ο Παύλος Σιδηρόπουλος ενδιαφερόταν μόνο για τη μουσική. Δεν ασχολούταν με τα επίγεια. Μπορούσε να βγει στον δρόμο γυμνός σαν τον Διογένη, δεν τον ένοιαζε τι θα πουν οι άλλοι. Τον ένοιαζε μόνο να βρει έναν στίχο που του έλειπε…".

Γι' αυτό, εκείνη την εποχή, όποιος σεβόταν τον εαυτό του ως «ροκά», ήξερε απ' έξω τους στίχους του αξεπέραστου «Φλου» αλλά και της ιδιαίτερης «Απογοήτευσης». Μεταγενέστερο, αλλά και πολύ “cult”, με την πραγματική έννοια του όρου, αφού προσέδιδε έναν χαρακτήρα αιρετικό στην μέχρι τότε πορεία του Παύλου Σιδηρόπουλου.

Στη Θεσσαλονίκη άρχισε τις πρώτες του μουσικές αναζητήσεις μαζί με τον Παντελή Δεληγιαννίδη (πρώην κιθαρίστα των Olympians), ο οποίος είναι και ο δημιουργός της «Απογοήτευσης», στο άλμπουμ «Zorba the Freak» στο μακρινό γι' αυτούς (αλλά και για εμάς) 1985. Μακρινό γι' αυτούς, γιατί μαζί έφτιαξαν το πρώτο φολκ ντουέτο "Δάμων και Φιντίας" τo 1969 και διαλύθηκαν το 1972 και ενώθηκαν με τα "Μπουρμπούλια". Το ντουέτο άφησε ελάχιστα τραγούδια (ένα 45άρι επί της ουσίας), πέραν της εμφάνισής τους στο θρυλικό LP “Ζωντανοί στο Κύτταρο”, όπου και γνώρισαν τα μεγάλα ονόματα της εποχής Γκαϊφύλλια, Πουλικάκο, αλλά και τα Μπουρμπούλια που έμελλε αργότερα να ενωθούν. Είχαν επηρεαστεί φανερά από το κλίμα της εποχής του Woodstock, από τραγουδοποιούς τύπου Dylan και γενικά όλο το «χίπις» στάτους που επικρατούσε στα χρόνια της επταετίας στην Ελλάδα. Το 45άρι που κυκλοφόρησαν με τη Zodiac (της Λύρας) και τη βοήθεια του Τάσου Φαληρέα, είχε τα singles «Ο κόσμος τους / Το ξέσπασμα». Αυτά όλα, όταν ο Σιδηρόπουλος ήταν 23 χρονών, φοιτητής στη Μαθηματική Σχολή, σπουδές που σιγά σιγά πάντως τις εγκατέλειψε. Στη Θεσσαλονίκη, όταν σπούδαζε, συγκατοίκησε με τον συμφοιτητή του τότε, Βαγγέλη Γερμανό, με τον οποίο και μαζί έπαιζαν αρκετά.

Ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της ποιήτριας και συγγραφέως, Έλλης Αλεξίου, αδελφής της Γαλάτειας Αλεξίου-Καζαντζάκη. Γενικά η καταγωγή του, από την πλευρά της μητέρας του έδειχνε την καλλιτεχνική, ανήσυχη τάση. Αν σκεφτεί κανείς ιδιαίτερα και το ανήσυχο πνεύμα της θείας του, Έλλης Αλεξίου, μάλλον είχε γονίδια! Και αυτή η ανησυχία του, μεταφράστηκε κυρίως σε μουσική αλλά και ποίηση. Στο στιλ που εκείνη την εποχή του έκανε το «κλικ», τη ροκ μουσική που για την Ελλάδα μάλιστα ήταν ένας από τους λίγους με ελληνικό στίχο. Με στίχο διαμαρτυρίας, όπως ήταν και παραμένει σήμερα η ροκ μουσική, με δυνατούς ήχους και ένταση, όπως υπήρξε όλη η ζωή του. Ακόμα και στις σχέσεις του με τις γυναίκες ή στη γενικότερα «ασυμβίβαστη» ζωή του.

Και σε κάθε περίπτωση, ήταν και μουσικά «πολιτικοποιημένος», το έβγαλε σε πολλές περιπτώσεις στις δημιουργίες του, δείγμα και αυτό «οικογενειακών ανησυχιών και τάσεων». Έζησε φυσικά την εποχή της χούντας ως φοιτητής και είχε δηλώσει απογοητευμένος από τα φοιτητικά κινήματα της εποχής, αλλά και στη συνέχεια, με την έλευση της Δημοκρατίας. Σε πολλές περιπτώσεις ο στίχος του υπήρξε πολιτικός και με «κρυφά» νοήματα, ιδιαίτερα με το αποτέλεσμα της μεταπολίτευσης που επίσης το έζησε έντονα.

Το 1989, στο άλμπουμ του «Χωρίς μακιγιάζ», που ηχογραφήθηκε ζωντανά στο συναυλιακό χώρο, ΜΕΤΡΟ, ο Σιδηρόπουλος πιάνει ένα ιστορικό θέμα, όπως το «Ξεχασμένο πηγάδι» που είχαν καταπιαστεί αρχικά οι "Εξαδάκτυλος" και αφορούσε στην καταδυνάστευση των απλών ανθρώπων και το πηγαίνει παραπέρα. Πως αυτοί οι απλοί άνθρωποι γίνονται μετά πιόνια του συστήματος και πώς το «Ξεχασμένο Πηγάδι» εξελίχθηκε στη λήθη των ίδιων ανθρώπων (από έρευνα του Μανώλη Νταλούκα). «Της Εθνικής Συμφιλίωσης» λοιπόν, ένα τραγούδι που ο Σιδηρόπουλος έδωσε σαν συνθέτη τον Τζον Λένον, αφού πράγματι η μουσική είναι από το τραγούδι «The Ballad of John and Yoko» του Λένον.

Το 1972, τα "Μπουρμπούλια" είχαν έρθει σε ρήξη με τον Σαββόπουλο και, στη συνέχεια, δύο από τα μέλη τους αποχώρησαν. Οι Σιδηρόπουλος και Δεληγιαννίδης τούς αντικατέστησαν και συνενώθηκαν στο συγκρότημα μαζί με τα δύο εναπομείναντα μέλη, τον Νίκο Τσιλογιάννη (ντραμς) και τον Βασίλη Ντάλα (μπάσο). Το νέο σχήμα ξεκίνησε να εμφανίζεται ζωντανά σε διάφορους χώρους της Αθήνας.

Λίγο μετά κυκλοφόρησε τον δίσκο 45 στροφών «Ο Ντάμης ο σκληρός», ο οποίος αρχικά ονομαζόταν «Ο Ντάμης ο ληστής», ένα τραγούδι που είχε και δημοτικά μουσικά στοιχεία, αλλά η δισκογραφική εταιρεία ζήτησε αλλαγή του τίτλου, για να αποφύγει προβλήματα με τη λογοκρισία. Το συγκρότημα άντεξε γενικά μέχρι το 1973, όταν και διαλύθηκε οριστικά και ο Σιδηρόπουλος γύρισε στην οικογενειακή επιχείρηση.

Κατά τη διάρκεια της έντονα πολιτικοποιημένης περιόδου της μεταπολίτευσης που ακολούθησε την πτώση της χούντας το 1974, το ενδιαφέρον του κοινού είχε επικεντρωθεί στο πολιτικό τραγούδι και το ροκ είχε περάσει στο περιθώριο. Λίγους μήνες μετά από την επιστροφή του στην Αθήνα, ο Σιδηρόπουλος συνεργάστηκε με έναν από τους κορυφαίους εκπροσώπους του πολιτικού τραγουδιού, το συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Συμμετείχε ως τραγουδιστής σε τρεις δίσκους του, τα έργα «Θεσσαλικός κύκλος» (1974) και «Οροπέδιο» (1976), ενώ είχε και μια ελάχιστη συμμετοχή σε ένα τραγούδι του δίσκου «Ανεξάρτητα» (1975), το περίφημο «Τούμπου τούμπου ζα», ντουέτο μάλιστα με τον Λάκη Χαλκιά. Στις 4 και 6 Οκτωβρίου του 1976, ο συνθέτης πραγματοποίησε συναυλίες στο Ηρώδειο με τη συμμετοχή του Παύλου, οι οποίες μαγνητοσκοπήθηκαν και ηχογραφήθηκαν, αλλά κυκλοφόρησαν μόλις το 1990. Η αδελφή του Σιδηρόπουλου, Μελίνα, έλεγε σε συνέντευξή της:

«Τον αγαπούσε πάρα πολύ ο Μαρκόπουλος τον Παύλο! Δεν άντεξε όμως πολύ ο αδερφός μου. Κάποια στιγμή που του προτάθηκε να τραγουδήσει μαζί με τη Μοσχολιού με καλό μεροκάματο, εκείνος αρνήθηκε. Λέει στα ημερολόγιά του ότι προτιμούσε την ίδια ακριβώς περίοδο τα παιξίματα με τη Σπυριδούλα, τον αναρχοκομμουνισμό και τα Εξάρχεια. Δεν ήθελε να περιοριστεί, προτιμούσε το ροκ, απ' το οποίο ξεκίνησε».

Μετά το Ηρώδειο, έκλεισε και η πρώτη περίοδος της συνεργασίας του με τον Μαρκόπουλο, στην οποία ο Σιδηρόπουλος τα επόμενα χρόνια θα αναφερόταν αρνητικά σε συνεντεύξεις του, χαρακτηρίζοντας την μια νεκρή περίοδο για τον ίδιο. Όμως αργότερα, στα τέλη του 1986, οι δύο τους θα συνεργάζονταν ξανά, καθώς ο Σιδηρόπουλος ερμήνευσε τέσσερα τραγούδια και δύο ποιήματα στον δίσκο του συνθέτη «Τολμηρή Επικοινωνία» (1987).

Στις 6 Νοεμβρίου του 1977 ο Δημήτρης Πουλικάκος είδε ζωντανά το συγκρότημα Σπυριδούλα στο κινηματοθέατρο Κνωσός. Γνωρίζοντας πως ο Σιδηρόπουλος έψαχνε μουσικούς, για να ηχογραφήσει τις συνθέσεις του, του πρότεινε να τους συναντήσει. Αρχικά ο Σιδηρόπουλος συνεργάστηκε σε προσωρινή βάση με το συγκρότημα, ερμηνεύοντας διασκευές ξένων τραγουδιών στις συναυλίες τους στην επαρχία. Η συνεργασία τους οριστικοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1978, με σκοπό την ηχογράφηση του άλμπουμ «Φλου».

Το συγκρότημα και ο Σιδηρόπουλος ξεκίνησαν εντατικές πρόβες επάνω στα κομμάτια του δίσκου. Τον Οκτώβριο μπήκαν στο στούντιο και ηχογράφησαν αρχικά δύο κομμάτια, τα «Μπάμπης ο Φλου» και «Ξέσπασμα», με το τελευταίο να είναι διασκευή του ίδιου κομματιού που είχε ηχογραφήσει ο Σιδηρόπουλος με τους "Δάμων και Φιντίας". Στην παραγωγή του δίσκου συμμετείχε ως βοηθός τότε και ο Μάνος Ξυδούς, οι δε ηχογραφήσεις έγιναν στα στούντιο της Columbia στη Ριζούπολη. Συμμετείχε μια σειρά έμπειρων μουσικών που γνωρίζονταν για χρόνια με τον Σιδηρόπουλο, όπως οι Νίκος Πολίτης (κατά καιρούς μέλος του Εξαδάκτυλου και των Socrates), ο Δημήτρης Πολύτιμος (MGC και Εξαδάκτυλος) και ο Γιώργος Μαγκλάρας που έπαιξε ηλεκτρικό βιολί στο ψυχεδελικό «Η ώρα του Stuff», το πρώτο τραγούδι του Σιδηρόπουλου που αναφέρεται στα ναρκωτικά. Στο κομμάτι αυτό έκανε φωνητικά η Δήμητρα Γαλάνη, χωρίς όμως να αναφέρεται το όνομά της, γιατί είχε μόλις αλλάξει δισκογραφική εταιρεία.

Ο δίσκος κυκλοφόρησε καθυστερημένα τον Μάιο του 1979. Οι πωλήσεις όμως ήταν απογοητευτικές και δεν ξεπέρασαν τις 5.000. Τα επόμενα χρόνια όμως η αποδοχή και οι πωλήσεις του «Φλου» θα αυξάνονταν θεαματικά, με το δίσκο να κάνει διαρκείς επανεκδόσεις, ενώ το 1992 ψηφίστηκε από τους συντάκτες του περιοδικού «Ποπ και Ροκ» ως το «καλύτερο άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής ροκ σκηνής». Οι Σπυριδούλα με τον Σιδηρόπουλο έκαναν μια σειρά ζωντανών συναυλιών για την υποστήριξη του δίσκου, όμως λίγους μήνες μετά οι δρόμοι τους χώρισαν, γιατί οι Σπυρόπουλοι ήθελαν να ακολουθήσει το συγκρότημα μια πιο ξεκάθαρη πολιτική γραμμή, όπως είχε τονίσει ο Σιδηρόπουλος στην τελευταία συνέντευξη της ζωής του στον Δημήτρη Δημήτρακα, τον Νοέμβριο του 1990.

Ο Παύλος Σιδηρόπουλος έδειξε καλά στοιχεία υποκριτικής κατά τη διάρκεια των ζωντανών εμφανίσεών του με τον Γιάννη Μαρκόπουλο, με τον ρόλο του να έχει αρκετά θεατρικά στοιχεία.

Το 1977 γνωρίστηκε με τον σκηνοθέτη, Ανδρέα Θωμόπουλο, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από τη σκέψη και τη φωτογένεια του Σιδηρόπουλου και, επιθυμώντας να συνεργαστούν, προσάρμοσε το σενάριο της επόμενης ταινίας του «Ο Ασυμβίβαστος» στον χαρακτήρα του. Ο Σιδηρόπουλος δέχθηκε να πρωταγωνιστήσει, παρά τις επιφυλάξεις του για το σενάριο, ενώ τραγουδούσε και όλα τα τραγούδια της ταινίας. Τα γυρίσματα έγιναν το 1977 και τη γενική επιμέλεια της μουσικής επένδυσης της ταινίας είχε ο συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής, Γιώργος Θεοδωράκης, γιος του αξέχαστου πλέον Μίκη.

Ο τελευταίος, έγραψε και ένα τραγούδι για την ταινία, το «Κάποτε θα 'ρθουν» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Τέσσερα τραγούδια για το σάουντρακ έγραψε και ο Θωμόπουλος, ανάμεσά τους τη μπαλάντα «Να μ'αγαπάς», το οποίο αρχικά δεν ακούστηκε ιδιαίτερα αλλά μετά το θάνατο του Σιδηρόπουλου έγινε πολύ δημοφιλές στο ραδιόφωνο και διασκευάστηκε από διάφορους καλλιτέχνες. Η ερμηνεία του Σιδηρόπουλου πήρε γενικά θετικές κριτικές όμως η ταινία είχε μια αδιάφορη πορεία τόσο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου του 1979 όσο και στις αίθουσες.

Στην καριέρα του ως ηθοποιού περιλαμβάνεται και μια τηλεοπτική εμφάνιση στο σίριαλ του Κώστα Φέρρη «Οικογένεια Ζαρντή» (1982) όπου έπαιζε το ρόλο ενός οπιομανούς Γαλλοθρεμμένου αστού των αρχών του 20ού αιώνα. Στο σίριαλ αυτό, έπαιζε και η Σωτηρία Λεονάρδου, την οποία ο Δημήτρης Πουλικάκος μάθαινε να τραγουδάει μπλουζ (Summertime), ενώ ο Παύλος Σιδηρόπουλος έπαιζε κιθάρα.

Το 1980 ο Παύλος Σιδηρόπουλος κατέληξε σε ένα σχήμα που με λίγες αλλαγές παίζει μαζί του μέχρι το τέλος, τους "Απροσάρμοστους". Μαζί ηχογραφούν μια σειρά σημαντικών δίσκων και έχουν συνεχή ζωντανή παρουσία. Το 1982 κυκλοφορούν το «Εν λευκώ». Τα τραγούδια «Η» και «Αντεργκράουντ με στρας» λογοκρίνονται, για «προτροπή στη χρήση ναρκωτικών» και το τραγούδι «Ύστατη στιγμή» για «προσβολή της δημοσίας αιδούς». Το 1985 κυκλοφορούν το «Zorba the freak». Το 1988 συμμετέχει στο δίσκο «Ηλεκτρικός Θησέας», σε συνθέσεις του Γιάννη Μαρκόπουλου και στίχους του Δημήτρη Βάρου, ενώ το 1989 κυκλοφορεί το «Χωρίς μακιγιάζ» (ηχογραφημένος ζωντανά όπως είπαμε στο Μετρό).

Μετά τη φυγή του Παύλου, οι "Απροσάρμοστοι" το 1991 κυκλοφόρησαν τον δίσκο «Άντε και καλή τύχη, μάγκες», όπου ορισμένα τραγούδια είχε προλάβει να τα ηχογραφήσει ο Παύλος Σιδηρόπουλος και τα υπόλοιπα τα ερμήνευσαν διάφοροι καλλιτέχνες, όπως οι Γιάννης Γιοκαρίνης, Γιάννης Αγγελάκας και Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας. Το 1992 κυκλοφορεί ο δίσκος «Τα μπλουζ του πρίγκηπα», με πειραματικές ηχογραφήσεις που έγιναν από το 1979 ως το 1981. Εδώ ο Παύλος Σιδηρόπουλος παντρεύει το μπλουζ με το ρεμπέτικο. Το 1994 κυκλοφορεί ο διπλός δίσκος «Εν αρχή ην ο λόγος», με ζωντανές ηχογραφήσεις από το 1978 μέχρι το 1989, την απαγγελία ενός κειμένου που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Μουσική και απόσπασμα από μια συνέντευξή του. Πολλά από τα τραγούδια του δίσκου εκδόθηκαν για πρώτη φορά. Τραγούδια από την τελευταία ηχογραφημένη συναυλία του Παύλου Σιδηρόπουλου με τους Απροσάρμοστους, που πραγματοποιήθηκε στο An Club στην Αθήνα στις 16-17 και 23-24 Μαρτίου του 1990, κυκλοφόρησαν τον Οκτώβριο του 2017 σε συλλεκτική έκδοση βινυλίου με τη συγκατάθεση των φίλων και συνεργατών του Παύλου Σιδηρόπουλου, Οδυσσέα Γαλανάκη, Αλέκου Αράπη και Κυριάκου Δαρίβα.

Το 2019 κυκλοφόρησε ό, τι πιο πρόσφατο έχει να κάνει με τον Παύλο Σιδηρόπουλο, η συλλογή ανέκδοτων ποιημάτων του με τον τίτλο «Εξακρίβωση», σε συνθέσεις του Δημήτρη Καρρά, με την επιμέλεια της αδερφής του, Μελίνας. Έγινε έτσι ένας δίσκος που συμμετέχουν η Βιτάλη, ο Θηβαίος, ο Πασχαλίδης, ο Μπαλάφας, ο Κιμούλης, ο Παπακωνσταντίνου, μέχρι και η μοναχοκόρη του Νικόλα Άσιμου. Αυτός ο δίσκος περιλαμβάνει ορισμένα πραγματικά καλά τραγούδια, υπάρχουν όμως και πολλοί που έχουν ενστάσεις για την κυκλοφορία αυτή. Ο Σιδηρόπουλος, όπως και οι παλιοί «ροκάδες» παρέμειναν πιστοί σε μια ιδεολογία και μια αισθητική ροκ, την οποία την είχε από τότε που ξεκίνησε. Είχε κάνει συνεργασίες με πολλούς, αλλά ωστόσο ήταν μάλλον αντίθετος με το όλο σκηνικό του «εντέχνου» λεγόμενου τραγουδιού, εξάλλου κάπως έτσι είχε αποκηρύξει τη συνεργασία του με τον Μαρκόπουλο, μέχρι τη διαφορά που έκανε ο «Ηλεκτρικός Θησέας». Εκτίμηση είναι ότι δεν θα έκανε παραχώρηση στην τέχνη του, συμπράττοντας με εκπροσώπους του “έντεχνου”, όπως συμβαίνει στον δίσκο αυτόν.

Οι σχέσεις που είχε με γυναίκες ήταν περισσότερο σημαντικές, παρά αριθμητικά πολλές. Λέει η αδελφή του σε συνέντευξή της στην LIFO:

«Ανέκαθεν είχε μεγάλη σχέση με τις γυναίκες. Ήταν και κούκλος! Ο πρώτος του έρωτας ήταν μια κοπελίτσα πολύ όμορφη, όταν πήγαιναν στην έκτη γυμνασίου. Αυτή όμως είχε σχέση με έναν τύπο της Φωκίωνος Νέγρη, διόλου ευϋπόληπτο. Ο Παύλος, στην προσπάθειά του να φανεί στα μάτια της, άρχισε να κυκλοφορεί στη Φωκίωνος Νέγρη και να πίνει».

Όσον αφορά την περίφημη «Κ», στην οποία αναφέρεται στο τραγούδι του:

«Το Κ. του τραγουδιού “Στην Κ.”! Ήταν κοπέλα του για μικρό χρονικό διάστημα, συμμαθήτρια της Γιόλας στο Κολέγιο Αθηνών μάλιστα. Πρώτα τα έφτιαξε μαζί της και μετά με τη Γιόλα Αναγνωστοπούλου. Ο στίχος “τριάκοντα αργύρια αντίτιμο σιωπής” γράφτηκε για την Kathy που ερωτεύθηκε τον γνωστό Απόστολο Δοξιάδη και τον άφησε. Φράση του Παύλου, παρμένη απ' τα Ευαγγέλια!».

Χωρίζοντας από την Κ., γοητεύτηκε από τη συμμαθήτρια της, την Γιόλα Αναγνωστοπούλου. Ήταν αρκετό καιρό πριν ερωτευμένη με τον Παύλο. Όταν έμαθε ότι χώρισε, πήγε να τον δει σε ένα live στο Κύτταρο που έπαιζε τότε. Δε του μίλησε, αλλά άφησε ένα φάκελο στον πορτιέρη του μαγαζιού με τις σκέψεις της που είχε γράψει για εκείνον. Δεν περίμενε μάλιστα καμία ανταπόκριση από τον Παύλο, όμως εκείνος την πήρε τηλέφωνο. Όταν ξεκίνησαν τη σχέση τους, προσπάθησε μέσα της να συγκρατήσει τον εαυτό της από το να τον αγαπήσει. Προσπάθησε να μην δεθεί περισσότερο. Εξάλλου, ήταν μια κοπέλα με πολλές ανασφάλειες και φοβίες. Το άκρως αντίθετο του Παύλου δηλαδή. Τότε η Γιόλα ήταν περίπου 22 χρονών και ο Παύλος λίγο πριν τα 30.

Και ήρθε η ώρα που έπρεπε να φύγει για σπουδές στο Παρίσι και να το ανακοινώσει στον Παύλο. Ο Παύλος προσπάθησε να την μεταπείσει και τότε του ζήτησε να χωρίσουν. Η Γιόλα έφυγε και ο Παύλος έμεινε με τη σκέψη της. Είχαν βέβαια έναν ενδιάμεσο και έτσι θα μπορούσε να της στέλνει γράμματα. Μάλιστα, ηχογράφησε και μια κασέτα για εκείνη που της έστειλε κιόλας. Εκείνη την μέρα που του ανακοίνωσε το τέλος ο Παύλος έγραψε το “Μου πες θα φύγω“. Τους στίχους μόνο και τους έβαλε στο συρτάρι. Η μουσική και η παραγωγή του τραγουδιού έγινε αρκετά χρόνια αργότερα.

Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο του Μανώλη Νταλούκα, «Το βιβλίο των ηρώων του τρόμου». Κάπου λοιπόν αργότερα τα ξαναβρήκανε και είχαν μια μοιραία σχέση, όπως λέγεται άρρηκτα συνδεδεμένη με το ταξίδι τους στο κόσμο της ηρωίνης. Λέγεται επίσης ότι η ίδια τον έβαλε στην ηρωίνη για να “τον κρατήσει”. Τι λέει η αδελφή του στη LIFO:

«Αγάπησε όλες τις γυναίκες που έκανε σχέση, αλλά νομίζω τη Γιόλα περισσότερο. Μια σκέψη που έχω κάνει σχετικά είναι ότι η μητέρα μου την “ψιλοπήγαινε”! Επειδή ήταν μια έξυπνη κοπέλα από σπίτι με κουλτούρα. Ο πατέρας της ήταν δάσκαλος κι είχε τον εκδοτικό οίκο που έβγαιναν τα σχολικά βιβλία κ.λ.π. Φαίνεται, λοιπόν, ότι είχε κερδίσει τη μάνα μου στις αρχές. Λέω στις αρχές, γιατί μετά τα πράγματα δυσκόλεψαν».

Και συνεχίζει:

«Έχω προσωπική άποψη και είναι “ναι”, εκείνη τον έβαλε στην ηρωίνη! Απλά όταν ρωτούσαν τον Παύλο, απέδιδε την εμπλοκή του με την ηρωίνη στη μη ευρύτερη αναγνώρισή του και στις αυτοκαταστροφικές του τάσεις. Η Γιόλα, λοιπόν, είχε πάει στο Παρίσι τέλη του΄70 και γύρισε τζάνκι. Πιστεύω ότι, αν δεν ήταν η Γιόλα, ίσως να μην έμπλεκε με την ηρωίνη. Όχι ότι δεν θα έπαιρνε ουσίες, αλλά για την ηρωίνη μιλάμε τώρα. Η Γιόλα, επίσης, ήταν πιο dark άνθρωπος, αυτοκαταστροφική σε αντίθεση με εκείνον που ήταν φωτεινός».

Ο Μανώλης Νταλούκας ρωτά την ίδια την Γιόλα Αναγνωστοπούλου σε συνέντευξή της:

«Φταις εσύ που έμπλεξε με την πρέζα ο Παύλος; Η αλήθεια ποια είναι;».

Κ εκείνη απαντά:

«Λοιπόν… Η αλήθεια… Χα… Αν δεν συνοδευόταν από αμετακλήτως τραγικά γεγονότα, όπως θάνατοι, πόνος διαρκής, αυτή τη στιγμή θα κάγχαζα. Η αλήθεια ποια είναι; Δεν υπάρχει αλήθεια, αυτή είναι η μόνη αλήθεια».

Παραπέρα, ο λόγος που χωρίσανε το 1980 ήταν από επιλογή. Του είχε αχρηστέψει το ένα χέρι, οπότε ένιωθε ανίκανος να δημιουργήσει με την κιθάρα του ή να πάρει αγκαλιά την Ελένη Φιλίνη που είχαν σχέση τότε (η ίδια δεν έχει υποστηρίξει ή διαψεύσει ποτέ το γεγονός). Κι αν είναι αλήθεια ότι η Αναγνωστοπούλου τον κράταγε με την ηρωίνη, με την Ελένη Φιλίνη φαίνεται ότι χώρισαν ακριβώς γι' αυτό. Το πρόβλημα του χεριού του πάντως τον είχε αλλάξει. Το είχε πει εξάλλου:

«Αν θες να με σκοτώσεις πάρε μου το rock n roll».

Γενικά έχει προκύψει από την ιστορία πως η Γιόλα Αναγνωστοπούλου ήταν η μούσα του Παύλου, όπως κι εκείνος για την ίδια, αφού φαίνονται εκατέρωθεν επιρροές στα έργα τους (εκείνη ήταν ποιήτρια).

Μετά τον χωρισμό τους, ο Παύλος Σιδηρόπουλος αφέθηκε σε άλλες «μούσες», σημαντικότερη από τις οποίες ήταν η τραγουδοποιός, Ηδύλη Τσαλίκη. Η Ηδύλη ήταν το ακριβώς αντίθετο της Γιολάντας. Έκανε σπουδαίο αγώνα να τον τραβήξει από τα ναρκωτικά. Και ίσως να το κατάφερνε. Ο Παύλος την αγάπησε και όλα έδειχναν πως είχε αποφασίσει να αλλάξει ζωή. Πρόκειται για την αδελφή της Ναταλίας Τσαλίκη, της συζύγου του Γιάννη Μπέζου και νικήτριας των 1ων Αγώνων Ελληνικού Τραγουδιού της Κέρκυρας το 1981. Όμως, αυτή η σχέση δεν κράτησε. Ο λόγος ήταν η μητέρα του Παύλου, η Τζένη. Η οποία όταν έφυγε από τη ζωή το 1990, άφησε ένα χάσμα στη ζωή του γιου της, το οποίο μάλλον δεν το άντεξε τελικά.

Έτσι – αφού εξαφανίστηκε μια περίοδο – πέρασε, είδε και χαιρέτησε έναν έναν τους φίλους του, περνώντας ένα μήνυμα:

«είμαι καλά πλέον…δεν είμαι εξαρτημένος».

Τότε, εκείνο το μοιραίο βραδάκι της 6ης Δεκεμβρίου 1990, μετά από μια επίσκεψη σε ένα μπάρ πίσω από το Χίλτον, επισκέφθηκε μια φίλη του στο Νέο Κόσμο, όπου πήρε τη τελευταία του δόση από επιλογή, όπως προκύπτει και εκτιμούν και οι συνεργάτες του και “έφυγε».

Ονειρευόταν να γίνει συγγραφέας κι είχε βρει και το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο, το ''Παύλος Αστέρης''. Σε κάθε περίπτωση όμως ισχύουν δύο πράγματα.

Άφησε κληρονομιά και ανέβηκε σε ένα ιδιότυπο πάνθεον, αλλά δεν είναι και το παράδειγμα προς μίμηση. Εξάλλου ήταν τόσο σπουδαίο το ταλέντο του, που όπως φαίνεται στο αποτέλεσμα, υπερίσχυσε των λεπτομερειών του ιδιαίτερου βίου του. Ήταν «λιοντάρι» με άποψη και μεγάλο ταλέντο, αλλά έκανε λάθος, όταν περιέγραψε με τόσο πάθος τα χαρακτηριστικά από ένα «φιξάκι». Κι ας πουν πολλοί ότι έλεγε την αλήθεια. Την εποχή που γραφόταν η «Ώρα του stuff», το έντεχνο τραγούδι παραληρούσε με τον «Σταυρό του Νότου» και τα «χασίσια», αλλά ήταν «ποιητική αδεία». Κι όμως, όλα έχουν τα όριά τους, αυτά που κι εκείνος δεν είδε σε κανένα άλλο είδος τραγουδιού, παρά στο καθημερινό, κοινωνικό ροκ εντ ρολ. Μάλλον αναγνωρίστηκε κατόπιν «φυγής» η διαχρονικότητά του, αλλά στην εποχή του ήταν ο «Πρίγκιπας», δαιμόνιο λογοτεχνικό και πολυσχιδές, ένας «Έλληνας Morrison» που ίσχυσε εν ζωή το «Κατά του Δαίμονος Εαυτού», με τη δική του σφραγίδα, μουσική κι αυτοκαταστροφική.

    Μοιραστείτε το άρθρο:

    Σχολιάστε

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

    Λουκιανός Κηλαηδόνης - Ένας καουμπόης στη… Βουλιαγμένη

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Δεν το διάλεξα εγώ να γίνω καλλιτέχνης – τυχαία έγινε....

    Συνέχεια

    Βασίλης Τσιτσάνης - Ο «Θεόφιλος» της λαϊκής μουσικής

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Στα αφιερώματα που αφορούν σε τεράστια ονόματα, ανθρώπους που ταυτίστηκαν με αυτό που...

    Συνέχεια

    Μελοποιημένος Καβάφης

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Υπάρχουν 289 τραγούδια με στίχους Κ.Π.Καβάφη. Να...

    Συνέχεια

    Eυτυχία Παπαγιαννοπούλου - Η θρυλική «γρηά» του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Γράφω όταν με πνίγει μια παλιά θύμηση, όταν με...

    Συνέχεια

    Η αριθμητική της Ελληνικής Δισκογραφίας για το 2021

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Το 2021 κυκλοφόρησαν 357 ελληνικοί δίσκοι. Οι 248...

    Συνέχεια

    Θάνος Μικρούτσικος, Άρλεκιν και Φελίνι

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «…κι εσύ σαλπάρεις με το πλοίο του Φελίνι...

    Συνέχεια

    Άλκης Αλκαίος - Κούκος μόνος σ΄ένα ταμπλό

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «... τι νόημα έχει το όνειρο χωρίς μικρές νοθείες»...

    Συνέχεια

    Αργύρης Κουνάδης - Το ταξίδι...

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς O Αργύρης Κουνάδης γεννήθηκε στη Κωνσταντινούπολη τον...

    Συνέχεια

    Δημήτρης Γκόγκος (Μπαγιαντέρας) - Σα μαγεμένο το μυαλό μου...

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Το πρωί ξεκίναγα μόνος, τυφλός με το μπαστούνι για...

    Συνέχεια