Αφιερώματα

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι

Nίκος Καββαδίας - Αλλιώς Βαλχάλας ή Ταπεινός ή Κόλλιας ή Μαραμπού

Γράφει ο Κώστας Προβατάς

Ονόματα με τα οποία έγραψε ή χρησιμοποίησε ο ποιητής Νίκος Καββαδίας στα έργα του. Στην Ελλάδα, μετά τις μελοποιήσεις του Μίκη Θεοδωράκη στους Σεφέρη, Ελύτη, Ρίτσο, Λειβαδίτη, Αναγνωστάκη, Βάρναλη και άλλους, ο ποιητής που τραγουδήθηκε πιο πολύ είναι ο Νίκος Καββαδίας. Αρκετά αμφιλεγόμενος, γεννήθηκε στην Μακρινή Μαντζουρία από γονείς Κεφαλλονίτες και ως το τέλος της ζωής του δεν δήλωνε καν ποιητής, αλλά ναυτικός.

Ωστόσο αν κοίταζε κανείς πίσω, εκεί που η Ελλάδα στη δεκαετία του '70 ζει έντονες πολιτικές καταστάσεις, δε θα περίμενε να «ξεπηδήσει» μια μορφή ποιητική με τόσο διαφορετικές πτυχές από τα δεδομένα της εποχής. Ο Καββαδίας στους στίχους του περιέγραφε εξωτικά πράγματα, μέρη και καταστάσεις που ζούσαν οι ταξιδιάρηδες ναυτικοί, με γλώσσα δική τους. Η ποίησή του, όταν πια έγινε αποδεκτή υπήρξε η ανάγκη συγγραφής… λεξικών. Αναφέρουμε ενδεικτικά το «Γλωσσάρι για το Μαραμπού και το Πούσι» του Κωσταντίνου Πλαστήρα αλλά και του Γιώργου Τράπαλη, «Γλωσσάρι στο έργο του Νίκου Καββαδία».

Κι όλα αυτά, η αναγνώριση, μετά θάνατον. Για έναν λογοτέχνη που έφτασε να ανακηρυχθεί στις αρχές του 1945 επικεφαλής του ΕΑΜ Λογοτεχνών-Ποιητών, απόρροια της αντιστασιακής του δράσης τον καιρό του Πολέμου. Μια θέση που τον ίδιο χρόνο παραχώρησε στον Νικηφόρο Βρεττάκο, ώστε να μπαρκάρει. Απορίας άξιον πώς μπήκε και στην Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, που ήθελε κυκλοφορία 3 βιβλίων, ενώ εκείνος είχε κυκλοφορήσει μόνο το «Μαραμπού».

Και αφού έχουμε την εικόνα ότι ο Νίκος Καββαδίας μπήκε στο πάνθεο των «πολυτραγουδισμένων» ποιητών, μετά θάνατον, ας σταθούμε στη απαγγελία του Νότη Περγιάλη που συμπεριλάβαμε παραπάνω. Η ηχογράφηση αυτή για τον ποιητή Καββαδία είναι ένα πραγματικό ντοκουμέντο, καθώς ο πολυσχιδής καλλιτέχνης και πνευματικός άνθρωπος, Νότης Περγιάλης, διαβάζει ποιήματά του. Την ανάγνωση συνοδεύει η μουσική του Άκη Λυμούρη. Η ηχογράφηση έγινε το 1969 και αποτελεί την πρώτη παρουσία του ποιητή στην ελληνική δισκογραφία!

Τη συνέχεια δεν την γνώρισε ο Καββαδίας, όμως το «Μαραμπού» του 1933, πέρα από τα… λεξικά που δημιούργησε, έδωσε τροφή για ιδέες. Ο φιλόλογος και ερευνητής Χρήστος Δανιήλ, στο βιβλίο του «Ξαναδιαβάζοντας το Νίκο Καββαδία», αναφέρεται (διερευνητικά) σε δύο μουσικές εκδοχές που έφερε το «Μαραμπού».

Η πρώτη ανήκε στην Μαρίζα Κωχ:

«Αν θέλαμε να δούμε τη μελοποίηση αυτή από εγγύτερα και να προσπαθήσουμε να διακρίνουμε τις διαφορές της εκδοχής της Μαρίζας Κωχ από το αρχικό ποίημα, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τον αρχικό μύθο που κατασκευάζει ο ποιητής και το κέλυφός του που κρατά η μελοποιημένη εκδοχή. Το «Μαραμπού» αποτελεί την αφήγηση ενός ναύτη, η πλέον κοινή καββαδιακή persona, για την τύχη ενός νεανικού του έρωτα. Το ποίημα ξεκινά με την παγιωμένη άποψη των υπόλοιπων ναυτικών, οι οποίοι φαίνεται να μην αντιλαμβάνονται τους λόγους που οδηγούν τον πρωταγωνιστή στα στάση του αυτή απέναντι στις γυναίκες».

Η δεύτερη ανήκε στους Πυξ Λαξ. Από τη Μαρίζα Κωχ μέχρι τους Πυξ Λαξ έχουν μεσολαβήσει αρκετά επιτυχείς μελοποιήσεις των ποιημάτων του Καββαδία. Αυτό που κάνουν οι Πυξ Λαξ δεν είναι, όμως, άλλη μια μελοποίηση των γνωστών ποιημάτων. Χρησιμοποιώντας ως υλικό τους στίχους του «Μαραμπού», κατασκευάζουν ένα άλλο οικοδόμημα, με τον τίτλο «Λένε για 'μένα». Η παρουσία του ποιήματος είναι εμφανής. Σημειώνει επ' αυτού ο Χρήστος Δανιήλ:

«Η ατμόσφαιρα, ωστόσο, παραμένει ίδια: ο άνδρας που, πληγωμένος από κάποιες γυναίκες οδηγείται σε μια συμπεριφορά μη κανονική και ξαφνιάζει, στον μεν Καββαδία τους συντρόφους-ναυτικούς, στο δε μουσικό συγκρότημα τις όμορφες. Την κατάληξη εύστοχα τη δίνουν οι Πυξ Λαξ:

«απ' το Θεό παιδεύεται και το Θεό παιδεύει».

Στην ευρύτερη απήχηση και αποδοχή του ποιητικού έργου του Νίκου Καββαδία συνετέλεσαν αναμφισβήτητα η μελοποίηση των ποιημάτων του και η διάδοση που έτυχαν αυτά τα τραγούδια. Όλα αυτά πάντως από ένα χρονικό σημείο και μετά, το οποίο συμπτωματικά (;) ταυτίζεται με τη χρονιά θανάτου του ποιητή. Με τον Γιάννη Σπανό (1975), τη Μαρίζα Κωχ (1977), τον Θάνο Μικρούτσικο (1979, 1991, 2007), τον Λάκη Παπαδόπουλο (1984), τους Ξέμπαρκους (1986), τους αδελφούς Κατσιμίχα (1987), τον Δημήτρη Ζερβουδάκη (1989) κ.ά.

Η ποίηση του Νίκου Καββαδία ευτύχησε να μελοποιηθεί με επιτυχία από αξιόλογους μουσικοσυνθέτες και να τραγουδηθεί, εκτός από τους συνθέτες, και από σημαντικούς και δημοφιλείς ερμηνευτές.

Δε θα περίμενε κανείς, πριν από το «θόρυβο» που έγινε, όταν ο Θάνος Μικρούτσικος μελοποίησε Καββαδία, να έχει υπάρξει κάτι άλλο. Και όμως το είχε τολμήσει πρώτος (μελωδικά) ο Γιάννης Σπανός. O σπουδαίος και αξέχαστος πλέον συνθέτης, το 1975 αποφάσισε να ετοιμάσει την «Τρίτη Ανθολογία», επτά χρόνια μετά τη δεύτερη που είχε εκδοθεί με διαφορά ενός χρόνου από την πρώτη (1967 και 1968). Επιλέγει ως ερμηνευτές την Αρλέτα (που είχε λάβει μέρος και στις προηγούμενες δύο) και τον Κώστα Καράλη (Καραγιαννόπουλο), ο οποίος ως τότε ήταν γνωστός μόνον ως μουσικός, παίζοντας κιθάρα και δεν είχε δοκιμάσει ποτέ να τραγουδήσει. Το Φθινόπωρο εκείνης της χρονιάς λοιπόν, ο Γιάννης Σπανός ήταν ο πρώτος που «τόλμησε» να μελοποιήσει ένα από τα αριστουργηματικά πονήματα του ποιητή της θάλασσας, το «Ιδανικός κι ανάξιος εραστής» που γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του '20 και συμπεριλήφθηκε στο «Μαραμπού», την πρώτη ποιητική συλλογή του που εκδόθηκε το 1933.

Ο Κώστας Καράλης χάρη στον Σπανό ηχογράφησε τα πρώτα τραγούδια του και αμέσως έκανε μεγάλη επιτυχία, καθώς το «Σπασμένο καράβι» του Γιάννη Σκαρίμπα και ο «Ιδανικός κι ανάξιος εραστής» του Νίκου Καββαδία έκαναν εξ' αρχής εντύπωση, κυκλοφορώντας σε ένα αμιγώς πολιτικό περιβάλλον και «τραγουδιστικά», ενώ παραμένουν ως σήμερα διαχρονικά και αγαπημένα. Η επιλογή μάλιστα του Καββαδία «ξένισε» λιγάκι εκείνη την εποχή, δεδομένου ότι ουδείς ως τότε είχε επιχειρήσει να μελοποιήσει ποιήματά του, για διάφορους λόγους. Ο Σπανός έκανε καλά, καθώς διάλεξε ένα πανέμορφο αλλά και από τα πιο μελαγχολικά ποιήματα του Νίκου Καββαδία, το οποίο ως προς το ύφος θεωρείται πολύ κοντινό σε αυτό του Κώστα Καρυωτάκη.

Η συνέχεια, μετά το 1977 και την Μαρίζα Κωχ, αποδείχθηκε θριαμβευτική για τον «απόντα» πια Καββαδία. Ο Θάνος Μικρούτσικος κάνει ένα από τα καλύτερα έργα του, αν όχι το καλύτερο, βασισμένος στην ποίηση του «ναυτικού» Νίκου Καββαδία.

«Ο Σταυρός του Νότου» μπήκε σε κάθε σπίτι σχεδόν από την αρχή, το 1979, ενώ μέχρι σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς στη δισκογραφία και αποκαλείται «θρυλικός». Με κάθε επισημότητα, σχεδόν δικαιολόγησε την αστρική του ύπαρξη, στο Άλφα και Βήτα του Κενταύρου, επίσης σημεία αναφοράς στην διαστημική μας γνώση, ως άνθρωποι.

Ο «Σταυρός του Νότου» κυκλοφόρησε το 1979 από τη LYRA και στις πρώτες εβδομάδες της κυκλοφορίας του έμοιαζε καταδικασμένο από τους κριτικούς και τους δημοσιογράφους. Οι κριτικές για τη νέα -τότε- δουλειά του Θάνου Μικρούτσικου μόνο καλές δεν ήταν. Ακόμη και ο αδελφός του, Ανδρέας Μικρούτσικος, ο οποίος τότε έκανε δισκοκριτικές με ψευδώνυμο, είχε καταδικάσει το δίσκο!

Αλλά και ο Πατσιφάς της LYRA που έβγαλε το δίσκο, έλεγε συνεχώς στον Θάνο Μικρούτσικο ότι το έκανε, για να μην του χαλάσει το χατίρι. Οι ενστάσεις που υπήρχαν και η δυσκολία της αποδοχής οφείλονταν όχι στη δουλειά του Θάνου Μικρούτσικου, αλλά στον Καββαδία. Ο Θάνος Μικρούτσικος είχε επιλέξει να μελοποιήσει τον Νίκο Καββαδία, έναν ποιητή αρκετά «δυσνόητο». Για τον κόσμο, βέβαια, φαίνεται ότι δεν μέτρησε τίποτα από όλα αυτά, αφού αγκάλιασε τη δουλειά αυτή από τον πρώτο κιόλας καιρό, όταν και πωλήθηκαν πάνω από 50.000 αντίτυπα σε λίγους μήνες.

Οι Ναυπλιώτες «Ξέμπαρκοι» το 1986, είχαν πια εικόνα του Νίκου Καββαδία. Ο Ηλίας Αριώτης, που συμμετείχε στους «Ξέμπαρκους» έλεγε σε συνέντευξή του:

«Το 1979, δεκαεννέα ετών, πριν ακόμα πάω στρατιώτης, ανακάλυψα τον Νίκο Καββαδία μέσα από τα βιβλία του, αλλά κυρίως από τον «Σταυρό του Νότου» του Θάνου Μικρούτσικου».

Οπότε η εξελικτική γνωριμία του κόσμου με τον Καββαδία, δημιουργούσε πια ένα ρεύμα. Οι «Ξέμπαρκοι», νεότατοι τότε, είχαν μπει στον πειρασμό να μελοποιήσουν κι αυτοί ποιήματά του, όπως το μεταγενέστερο «Πούσι» αλλά και το «Καραντί» πριν από τον Μικρούτσικο. Και το έκαναν!

Από αυτούς μάλιστα «γεννήθηκαν» δύο καινούργια θέματα που αφορούσαν τον ναυτικό-ποιητή.

Αφ' ενός ο δίσκος «S/S Iόνιον 1934 - Oι Ξέμπαρκοι» τον Οκτώβριο του 1986, αφ' ετέρου η πιο χαρακτηριστική φωτογραφία του Νίκου Καββαδία που και κόσμησε το εξώφυλλο εκείνου του δίσκου, αλλά έμελλε και να γίνει η πιο χαρακτηριστική φωτογραφία του στο μέλλον, αυτή που χρησιμοποιούμε κι εμείς στο αφιέρωμά μας.

Μετά από αυτήν την επιτυχημένη προσπάθεια των «Ξέμπαρκων», έρχεται ο Δημήτρης Ζερβουδάκης το 1989 να δημιουργήσει ένα επίσης διαχρονικό τραγούδι, βασισμένο στην πρώιμη ποίηση του Νίκου Καββαδία. Γιατί αυτό ακριβώς το διάστημα, από το πρώτο του μπάρκο ως τον Ιούνιο του 1933, γεννιέται για πρώτη φορά αυτό που σήμερα όλοι αναγνωρίζουμε ως ποίηση του Καββαδία.

Τότε είναι που ο ποιητής μόλις ξεμπαρκάρει, εκδίδει με δικά του έξοδα την πρώτη του ποιητική συλλογή, το «Μαραμπού», σε 245 αντίτυπα. Η συλλογή ήταν αφιερωμένη στον Κεφαλλονίτη φίλο του, Μεμά Γαλιατσάτο. Το «Μαραμπού» – όνομα του κακοσήμαδου και καταραμένου πουλιού των τροπικών χωρών- ήταν και το παρατσούκλι που ο Καββαδίας διάλεξε για τον εαυτό του και το κράτησε σε όλη του τη ζωή.

Η ποιητική συλλογή αποτελείται από 22 ποιήματα και έναν μετριοπαθή πρόλογο του Καίσαρα Εμμανουήλ. Ο Καίσαρας Εμμανουήλ, σχετικά γνωστός την εποχή εκείνη στους καλλιτεχνικούς κύκλους, εξαιτίας κάποιων ποιητικών συλλογών που έχει εκδώσει, κυρίως όμως λόγω της εξαιρετικής μετάφρασής του στο έργο του Έντγκαρ Άλαν Πόε, «Το Κοράκι», δέχεται να προλογίσει έναν παντελώς άγνωστο ποιητή, προχωρώντας στην επικερδέστερη ίσως «ανταλλαγή» στην Ιστορία της ελληνικής ποίησης.

Το μέσο που χρησιμοποίησε ο Καββαδίας, για να του απευθυνθεί, το ποίημά του «Γράμμα στον Καίσαρα Εμμανούηλ» συντροφεύει ακόμη τις παρέες που θέλουν να ταξιδέψουν σε όλον τον κόσμο και βέβαια να τον αλλάξουν. Κι ο ίδιος τραγουδιέται και θα τραγουδιέται για πάντα μέσα από τις νότες του Δημήτρη Ζερβουδάκη. Αιτία γι' αυτό το γράμμα ήταν ένα ποίημα του Καίσαρα Εμμανουήλ, με τίτλο «Ο Ανεύθυνος», ένα απόσπασμα του οποίου μπορούμε να δούμε παρακάτω:

Ήξερε μόνο ότι ο πατέρας του αγαπούσε

τα ωραία κρασιά, την ιππασία και τις γυναίκες

θυμάται ότι ήταν ψηλός ωραίος και ότι είχε,

νέος σχεδόν, πολύ παράξενα πεθάνει..

Τα χειμωνιάτικα όλο θάλπος, μεσημέρια,

ο Τζιμ, ο μαύρος του υπηρέτης με συμπόνια

στο πάρκο το άρρωστο κορμί του περιφέρει

κι ο κόσμος όλος σταματά και τον κοιτάζει

Φαίνεται πια πως τίποτα – τίποτα δεν μας σώζει

Ο νεαρός Καββαδίας καταπιάνεται να γράψει στον Καίσαρα Εμμανουήλ, για να τον πείσει ότι κάνει λάθος. Πως υπάρχει κάτι που μπορεί να τον σώσει.

«Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε, Καίσαρ, να σας σώσει. /Κάτι που πάντα βρίσκεται σ' αιώνια εναλλαγή,/κάτι που σχίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων,/και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη...»

Το 1991 ο Θάνος Μικρούτσικος θα μαζέψει κι άλλα που αφορούσαν τον Νίκο Καββαδία, εκτός από τα πρώτα του «Σταυρού του Νότου» και θα δώσει τις «Γραμμές των Οριζόντων». Εκεί θα βρούμε και το «Καραντί» που είχαν πρωτομελοποιήσει οι Ξέμπαρκοι, αλλά κυρίως το «Εφτά νάνοι στο S/S Cyrenia» που έμελλε να γίνει σχεδόν σήμα κατατεθέν των συναυλιών του τα επόμενα χρόνια της καριέρας του. Στο άλμπουμ αυτό συμπεριέλαβε και τον «Λύχνο του Αλαδδίνου» με τους αδελφούς Κατσιμίχα, που το είχαν μελοποιήσει λίγα χρόνια πριν.

Ο Θάνος Μικρούτσικος έφυγε από τη ζωή στα τέλη του 2019 και το κύκνειο άσμα του, που κυκλοφόρησε στις αρχές του 2020 και αφού είχε φύγει από τη ζωή, ήταν το «Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία». Ένα διπλό άλμπουμ που αφορούσε σε Live εκτελέσεις από το Μέγαρο Μουσικής του «Σταυρού του Νότου» και του «Γραμμές των Οριζόντων».

Εν ζωή, ο Καββαδίας θεωρείτο «παρακατιανός» σε σχέση με τους ομότεχνούς του και δεν ήταν λίγοι οι «ειδικοί» που τον θεωρούσαν εξαιρετικά «μονότονο», καθώς όλα τα ποιήματά του είχαν ως αποκλειστικό θέμα τη θάλασσα, τα ταξίδια και τη ζωή των ναυτικών. Όντας ασυρματιστής ο ίδιος για πολλά χρόνια, ταξίδεψε σχεδόν σε όλο τον κόσμο και, μέσα από τα έργα του, περιέγραφε τα βιώματα και τις εμπειρίες του…

Πήρε αρνητικές κριτικές και εν ζωή (1969, Χρήστος Λούλης, συγγραφέας-ναυτεργάτης και αριστερός, όπως άλλωστε ο Καββαδίας), αλλά και αργότερα, ακόμα και από σημαντικούς ποιητές-συγγραφείς, όπως τον αείμνηστο Μάνο Ελευθερίου. Όχι φυσικά για το σύνολο του έργου του, αλλά για ορισμένες πλευρές του. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, και συγκεκριμένα το 1954, συνέβη το εξής περιστατικό: Ενώ ο ποιητής εργαζόταν σε "ποστάλι" (καράβι μικρών αποστάσεων, επιβατηγό), ταξίδεψε με το καράβι του ο Γιώργος Σεφέρης. Τόσο κατά την τυπική υποδοχή των ταξιδιωτών, όσο και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο Σεφέρης δεν μπήκε καν στη διαδικασία να χαιρετίσει τον Καββαδία. Το γεγονός πίκρανε ιδιαίτερα τον Καββαδία, που θεωρούσε ότι η λογοτεχνική γενιά του '30, στην οποία ανήκε και ο ίδιος, τον υποτιμούσε.

Και όμως, δεν πρέπει να μην τονιστεί ότι ο Καββαδίας γράφει θετικά και ονειρικά την εποχή που οι ποιητές αυτοκτονούν ο ένας μετά τον άλλον, δεν είναι πεσιμιστής και αντίθετα γράφει με κατάφαση για τη ζωή.

Ο Νίκος Καββαδίας (11/1/1910 – 10/2/1975), ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής και ναυτικός. Θα κλείσει ο ίδιος αυτό το αφιέρωμά μας, με ένα ηχητικό ντοκουμέντο από το αρχείο του Μάνου Ορφανουδάκη. Διαβάζει το «Mal du depart», το γνωστότερο ως «Ιδανικός κι ανάξιος εραστής».

    Μοιραστείτε το άρθρο:

    Σχολιάστε

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

    Μανώλης Αγγελόπουλος - Ειν' η ζωή μια μολυβιά...

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Το 1988 ο Μανώλης Αγγελόπουλος συνεργάζεται με την Κολούμπια...

    Συνέχεια

    Kώστας Βίρβος - Της γερακίνας γιος

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Ο Μίκης Θεοδωράκης είχε πει: "...

    Συνέχεια

    Λάκης Παππάς: Ο «ατμοσφαιρικός» τροβαδούρος

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο, είναι τρόπος ζωής…»...

    Συνέχεια

    Mανώλης Χιώτης - Ο «Μπετόβεν» του μπουζουκιού

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Δε με βοήθησε ποτέ κανείς, ό, τι έκανα το έκανα μόνος μου…»...

    Συνέχεια

    Ο πόλεμος στη Λογοτεχνία και τις Τέχνες

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Το πρώτο θύμα σε έναν Πόλεμο είναι πάντα η Αλήθεια»...

    Συνέχεια

    Γιώργος Ζαμπέτας: «Με το μπουζούκι γεννήθηκα, με το μπουζούκι θα πεθάνω…»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Αν περάσεις μια βόλτα από την πλατεία Δαβάκη στο Αιγάλεω...

    Συνέχεια

    Δημήτρης Χριστοδούλου: «Έζησα το αίμα και το μετέτρεψα σε ποιητικό λόγο»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Δεν υπάρχει Έλληνας συνθέτης που να μην έκανα τραγούδια μαζί...

    Συνέχεια

    Το πρώτο δίμηνο του 2022

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Το πρώτο δίμηνο του 2019 κυκλοφόρησαν 61 δίσκοι...

    Συνέχεια

    Αντώνης Καλογιάννης - «Ιστορίες Αγγέλων»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Ο Αντώνης Καλογιάννης γεννήθηκε στην Καισαριανή ...

    Συνέχεια