Αφιερώματα

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι

Ο πόλεμος στη Λογοτεχνία και τις Τέχνες

Γράφει ο Κώστας Προβατάς

«Το πρώτο θύμα σε έναν Πόλεμο είναι πάντα η Αλήθεια»,
ο Αισχύλος «αφόρισε» με το διαχρονικό απόφθεγμά του τον Πόλεμο ή υποσημείωσε το πόσα δε μαθαίνουμε κατά τη διάρκεια ενός Πολέμου.

Ένα φαινόμενο που αφορά τους πάντες, όταν συμβαίνει. Ένα φαινόμενο που δεν είναι φυσικό, είναι προϊόν της ανθρώπινης απληστίας μεταξύ ομοίων. Φαινόμενο επεκτατικών πολιτικών και γενικότερα πολιτικής κυριαρχίας μεταξύ των λαών, να επικρατήσει ο ισχυρότερος και να υπερασπίσει τα συμφέροντά του.

Το φαινόμενο αυτό έχει γίνει φυσικά και θέμα στη λογοτεχνία, στη μουσική, στον κινηματογράφο και όχι μόνο στην ιστορική και «ντοκουμενταριστική» του διάσταση. Η λογοτεχνία πραγματεύεται τη ζωή των ανθρώπων γύρω από το φαινόμενο ή μέσα στη δίνη του. Κυρίως όσον αφορά στα ανθρώπινα ένστικτα αλλά και τον έρωτα, την αγάπη, την οικογένεια, τις ψυχολογικές συνέπειες (ανηλίκων και ενηλίκων) τις ανέχειες, την καταστροφή περιουσιών και κεκτημένων, την αλλαγή ζωής, την αποτροπή του, εκφράζοντας την αντίρρηση του κόσμου και της «κοινής» λογικής.

Από την Βίβλο ωστόσο, θα διαπιστώσουμε ότι υπήρχε η αντίληψη ότι,

«ένας πόλεμος είναι αναγκαίος για να αποτραπεί ένα μεγαλύτερο κακό».

Και μάλιστα ορίζεται και ως εντολή Θεού, όταν οι Ισραηλίτες θα έπρεπε να πολεμήσουν με άλλα έθνη (Α` Σαμουήλ 15:3, Ιησούς του Ναυή 4:13). Υπήρξε σαφής αντίρρηση πολλών, σε σχέση με την εντολή «Ου φονεύσεις» του δεκαλόγου του Μωυσή, όμως άλλο το «φονεύσεις», άλλο το «σκοτώσεις», ήρθε η απάντηση. Και, κατά τις Γραφές, δεν προκύπτει πουθενά ότι οι εντολές Θεού αφορούσαν το «σκοτώσεις», αυτό αντίθετα επιβαλλόταν κατά περίπτωση.

Αυτή η εισαγωγή γίνεται γιατί, δυστυχώς, η έννοια και η σημασία του Θεού έχει βυσσοδομηθεί στην αντιπαράθεση των συμφερόντων ενός Πολέμου. Και προφανώς η έννοια του «δικαίου» ή του «παραλόγου» δεν μπορεί να Τον αφορά με τον τρόπο αυτόν. Θα βρούμε όμως μια σημαντική απάντηση στο σήμερα, στα χρόνια μας, μετά από τουλάχιστον 3.000 χρόνια πολέμων.

Είναι οι συρράξεις, ο πόλεμος, ένα από τα οικουμενικά αμαρτήματα της ισχύος;

Σε μια εποχή που η απειλή του πυρηνικού πολέμου αναδύεται ξανά, η «Παγκόσμια Πολιτική Ιστορία» του Jonathan Holslag ξεκινά με την απορία:

«Για ποιο λόγο δεν έχει κατορθώσει ποτέ να διατηρήσει την ειρήνη ένας πλανήτης, που πάντα την ποθούσε;».

Και απαντά με τη ρήση ενός Αμερικανού πολιτικού του 20ού αιώνα, του Χένρι Κίσινγκερ, μια ρήση απόλυτης ειλικρίνειας αλλά και «σατανικής» εμπειρίας:

«Η Ειρήνη κι ο Πόλεμος είναι η κύρια δουλειά της Παγκόσμιας Πολιτικής. Η διπλωματία, είναι ενασχόληση σπουδαία και σχεδόν μυστικιστική, ακόμα κι αν -για κάποιο λόγο- ασχολείται με το εύρος της κυρτότητας της μπανάνας».

Για την «κυρτότητα της μπανάνας» λοιπόν, η παραλλαγή και οι ήρωες…

«Απαγορεύεται να σκοτώνεις. Γι' αυτό, όλοι οι δολοφόνοι τιμωρούνται, εκτός αν σκοτώνουν σε μεγάλους αριθμούς και υπό τον ήχο σαλπίγγων».

Αυτά τα έλεγε ο Βολταίρος τον 18ο αιώνα, αφού η ανθρωπότητα είχε ήδη μεγάλη εμπειρία από πολέμους και θύματα. Η στατιστική, μια επιστήμη που γεννήθηκε, για να βοηθάει τις αναλύσεις αλλά και για να «θολώνει τα νερά», με την αναγγελία των αριθμών που συνοδεύουν το γεγονός. Τόσοι νεκροί, τόσοι πρόσφυγες, κανείς με όνομα. Βασικός υπαίτιος ο εισβολέας, με όνομα. Η ιστορία καταγράφει στο τέλος από τη μία ένα νούμερο, από την άλλη ένα όνομα σε αντίβαρο.

Όμως σε έναν πόλεμο τα ένστικτα φανερώνουν ότι ο άνθρωπος δεν έχει προηγούμενο στην καταγωγή του και είναι φανερό ότι ο Βολταίρος έχει δίκιο. Με μια υποσημείωση, πως υπάρχει ένας πάντα σαν βασικός υπαίτιος, αλλά πολλοί υπαίτιοι ακόμα διαφεύγουν και θα διαφύγουν για πάντα. Κάποιοι που στο όνομα του εκάστοτε πολέμου είναι οι πραγματικοί δολοφόνοι και βιαστές σωμάτων και ψυχών. Αυτοί που τους δίνονται όπλα στα χέρια και ανακαλύπτουν κι οι ίδιοι την πραγματική τους ταυτότητα ή βρίσκουν «πεδίο δράσης λαμπρό». Ακόμα κι αυτοί που στην αιχμαλωσία τους αλλοιώθηκαν, μια για πάντα και έδειξαν έναν άλλον εαυτό στην επόμενη μέρα τους, μιας ίδιας ζωής.

«Το μυθιστόρημα ενός ανθρώπου δίχως πεπρωμένο» του Ίμρε Κέρτες θεωρείται, και πολύ σωστά, ότι ανήκει στα καλύτερα βιβλία του εικοστού αιώνα. Το κείμενο ολόκληρο αφηγείται από τον Γκιόργκι Κέβες (Gyorgy Keves), έναν Εβραίο έφηβο που ζει στη Βουδαπέστη στα τελευταία χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν η εποχή, κατά την οποία οι Γερμανοί είχαν ήδη αναγνωρίσει την απελπιστική τους κατάσταση σε όλα τα μέτωπα…, χρησιμοποιώντας τους Εβραίους της Βουδαπέστης, προκειμένου να αποσπάσουν πλεονεκτήματα από τους Συμμάχους.

O Γκιόργκι Κέβες επιβιώνει στο Άουσβιτς, και μετά από την απελευθέρωση του στρατοπέδου, παίρνει σιγά-σιγά το δρόμο της επιστροφής, να γυρίσει τουτέστιν πίσω στους δικούς του στην Ουγγαρία. Επιστρέφοντας στο σπίτι, οι άνθρωποι θέλουν να γνωρίσουν τα πάντα σχετικά με τις εμπειρίες του, αλλά ο ίδιος δεν ξέρει πραγματικά πώς και γιατί τους αφορά το συγκεκριμένο θέμα. Οι συγγενείς του τον συμβούλευσαν να ξεχάσει όλη αυτή την περιπέτεια και να προχωρήσει μπροστά στη ζωή του, μια έννοια που τον φέρνει σε φανερή αμηχανία.

«Προπάντων, πρέπει να ξεχάσεις τις φρικαλεότητες του είπαν οι γνωστοί και φίλοι, μετά την επιστροφή του. Για να μπορέσεις να ζήσεις».

Αλλά ο Γκιόρκι, είναι μάλλον κατηγορηματικός,

«… δεν είναι δυνατόν να ξεκινήσει κανείς μια καινούργια ζωή και ότι το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να συνεχίσει την παλιά…».

Κι αφού μιλάμε για Άουσβιτς-Μπιρκενάου, η παρακάτω ιστορία έχει εκτιμηθεί ως μια από τις πλέον φρικαλέες που έχει γνωρίσει ο άνθρωπος, ταυτόχρονα όμως που έχει συλλάβει ανθρώπινος νους.

Μπορεί να 'χουν περάσει πάνω από πενήντα χρόνια από τότε, αλλά, όταν μια φωνή στο τηλέφωνο σου λέει:

"με λένε Ιάκωβο Στρούμσα, σας τηλεφωνώ απ' το Τελ Αβίβ, είμαι Εβραίος απ' τη Θεσσαλονίκη, ήμουν κι εγώ στο Μαουτχάουζεν...",

ο χρόνος αφανίζεται, το "τότε" γίνεται "τώρα" και απαντάς στον παλιό συγκρατούμενο πως "και βέβαια θα γράψεις το προλογικό σημείωμα στο βιβλίο του και ό, τι άλλο θέλει...".

Πολύ περισσότερο νιώθεις σαν χρέος αυτό τον μικρό κόπο, όταν τον ακούς ακόμα να σε πληροφορεί πως πριν από το Μαουτχάουζεν ήταν στο Άουσβιτς...! Που σημαίνει πως, αφού γλίτωσε από το χειρότερο ναζιστικό εργαστήριο εξόντωσης, βρέθηκε ύστερα στη γνωστή "πορεία εξολόθρευσης" από την Πολωνία στη Δυτική Αυστρία. Θυμάμαι σαν τώρα τα σκελετωμένα υπόλοιπα αυτής της ορδής των μελλοθανάτων να ανηφορίζουν το λόφο του Μαουτχάουζεν, άλλοι να σέρνονται στα γόνατα, άλλοι να αποκάνουν και να τουφεκίζονται επιτόπου και μόνο λίγοι να φτάνουν ίσαμε τα αντίσκηνα που είχαν στηθεί, ή, τους τεράστιους τάφους που είχαν σκαφτεί βδομάδες πριν, γιατί οι φούρνοι λόγω της πολλής δουλειάς δεν πρόφταιναν να αποτεφρώνουν τόσους πολλούς νεκρούς.

(Από τον πρόλογο της έκδοσης)

Η έκδοση κατέληξε να είναι το βιβλίο «Διάλεξα τη ζωή – Από τη Θεσσαλονίκη στο Άουσβιτς» του Ιάκωβου Στρούμσα, του ανθρώπου που βίωσε ό,τι δε θα φανταζόταν κανείς, σκεπτόμενος τις «ιστορίες πίσω από τον πόλεμο».

Mια άκρως τραγική μορφή, o κρατούμενος που σημαδεύτηκε στο χέρι με τον «επουράνιο αριθμό τηλεφώνου» (μαύρο χιούμορ αλληλεγγύης των κρατουμένων) 121000097. Αυτή η αριθμητική έκλειψη της προσωπικότητας, η μελανιά με την οποία δηλωνόταν ουσιαστικά ο σαδισμός, αντιστοιχούσε στον Ελληνοεβραίο Ιάκωβο Στρούμσα (Jacques Strοumsa), που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1913 κι ο οποίος έμελλε να μείνει στην ιστορία ως ο «βιολιστής του Άουσβιτς».

Ο Στρούμσα ήταν υποχρεωμένος από τους Ναζί, να αποδίδει με άψογο τρόπο κλασσικά αριστουργήματα (αλλά και στρατιωτικά εμβατήρια), ως ο αρχιβιολιστής μιας ορχήστρας εγχόρδων με «ειδικά καθήκοντα», δεδομένου ότι ο ίδιος ήταν δεξιοτέχνης στο όργανο. Η συγκεκριμένη ορχήστρα είχε οριστεί από τους ναζί, σαρκαστικά θα έλεγε κανείς, να συνοδεύει με μουσική τη θλιβερή πορεία προς τους θαλάμους αερίων (σπρώχνονταν γυμνοί προς το χώρο των υποτιθέμενων λουτρών, όπου τους περίμενε θανατηφόρο δηλητήριο). Η ορχήστρα αποτελείτο από Εβραίους βιρτουόζους, οι οποίοι ερμήνευαν τα γελοία χιτλερικά στρατιωτικά εμβατήρια, την ώρα ακριβώς που μπροστά τους σπρώχνονταν προς το θάνατο φίλοι, συγγενείς και αγαπημένα τους πρόσωπα.

Μια γυναίκα που ξεψύχησε στο Άουσβιτς ήταν η σύζυγος του Στρούμσα. Απέναντί της, ο αγαπημένος σύζυγός της παίζει βιολί σε αυτήν την ύστατη συνάντησή τους, προτού αποχωριστούν για πάντα.

Αυτήν την εικόνα μελοποίησε ο Λέοναρντ Κοέν στο περίφημο “Dance me to the end of love”, o Στρούμσα είναι το περίφημο burning violin (φλεγόμενο βιολί) και φυσικά δεν πρόκειται για ένα ερωτικό τραγούδι, τουλάχιστον όχι προερχόμενο από τα «φύλλα της αγάπης» που ενώνει, αλλά από αυτήν που κλείνει έναν κύκλο ζωής, βίαια, σαρκαστικά και με πόνο ψυχής, με απάνθρωπα βιώματα. Ο ίδιος ο Στρούμσα λέει πως προτίμησε να ζήσει όπως όπως, αρκεί να μάθουν όλοι, εξ' ου και το «ΔΙΑΛΕΞΑ ΤΗ ΖΩΗ»…

«Κανένας δεν είναι τόσο ανόητος ώστε να προτιμά τον πόλεμο από την ειρήνη. Στην ειρήνη, οι γιοι θάβουν τους πατεράδες τους. Στον πόλεμο, οι πατεράδες θάβουν τους γιους».

Σχεδόν 2.500 χρόνια πριν ο Ηρόδοτος, όχι μόνο ως «Πατέρας της Ιστορίας», αποφάνθηκε με τον παραπάνω τρόπο. Και ποιος να τον κατηγορήσει…

«Είμαι νέος, μόλις έκλεισα τα 20· από τη ζωή δεν ξέρω παρά μόνο την απελπισία, το θάνατο, το φόβο και μια αλυσίδα από ανόητες επιπολαιότητες, πάνω από μια άβυσσο πόνων και θλίψεων. Βλέπω λαούς να ορμούν σε άλλους λαούς, να σκοτώνουν και να σκοτώνονται, χωρίς ούτε κι εκείνοι να ξέρουν το γιατί, υπακούοντας σ' αυτούς που τους στέλνουν, χωρίς συναίσθηση του κινδύνου ή της ευθύνης τους. Βλέπω πως οι δυναμικότεροι εγκέφαλοι του κόσμου εφευρίσκουν όπλα και λόγια, για να γίνονται όλ' αυτά μ' έναν τρόπο ακόμα πιο ραφιναρισμένο και να διαρκούν όσο γίνεται περισσότερο. Και όλοι οι συνομήλικοί μου εδώ, στην αντικρινή παράταξη, σ' ολόκληρο τον κόσμο το βλέπουν όπως εγώ. Αυτή είναι η ζωή της γενιάς μου και η δική μας. Τί θα κάνουν άραγε οι πατεράδες μας αν μια μέρα σηκωθούμε και παρουσιαστούμε μπροστά τους για να τους ζητήσουμε λογαριασμό; Τί περιμένουν από μας, όταν μια μέρα τελειώσει ο πόλεμος; Χρόνια ολόκληρα σκοτώναμε μόνο. Αυτό ήταν το πρώτο μας επάγγελμα στη ζωή. Για 'μας η επιστήμη της ζωής περιορίζεται στο θάνατο. Τί θα συμβεί άραγε ύστερα; Και τί θ' απογίνουμε εμείς;».

Απόσπασμα από το βιβλίο «Ουδέν νεώτερον από το δυτικό μέτωπο» του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, ενός ανθρώπου που έζησε τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο από μέσα, αφού στα 18 του χρόνια κατετάγη στον στρατό και πολέμησε στο Δυτικό Μέτωπο.

«Αυτή είναι η παρακαταθήκη ενός νεαρού στρατιώτη, που μαζί με μια παρέα συμμαθητών του βρέθηκε από τα θρανία στα χαρακώματα, στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Κατά τη διάρκεια του Αʹ Παγκόσμιου Πολέμου θα ζήσουν τη φρίκη του θανάτου και τη σκληρή πραγματικότητα της μάχης, τη διάψευση των προσδοκιών τους και την προδοσία. Ωστόσο οι νεαροί στρατιώτες της γερμανικής Σιδηράς Νεολαίας στέκονται στις θέσεις τους, υπακούν εντολές, σκοτώνουν για να επιβιώσουν, έτοιμοι να θυσιάσουν τη ζωή τους σε έναν πόλεμο που δεν καταλαβαίνουν».

Το μυθιστόρημα «Ουδέν νεώτερον από το δυτικόν μέτωπον» εκδόθηκε το 1929 και χαρακτηρίστηκε ως το πιο συναρπαστικό λογοτεχνικό έργο για τον Αʹ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μεταφράστηκε σε 45 γλώσσες, έκανε εκατομμύρια πωλήσεις και γυρίστηκε δύο φορές σε κινηματογραφική ταινία.

«Ο πόλεμος με ξένους είναι ένα έκζεμα στον αγκώνα. Ο εμφύλιος πόλεμος είναι πληγή που τρώει τα σωθικά», έλεγε κάποια στιγμή ο σπουδαίος Βίκτωρας Ουγκό, λόγια που έχουν αποδοθεί και στον Ζαν Πολ Μαρά, άγνωστο γιατί…

Σε κάθε περίπτωση αυτή η μορφή πολέμου, ο εμφύλιος Πόλεμος, ο εκάστοτε εσωτερικός σπαραγμός, ήταν πάντα η χαρά του ισχυρού. Η διενέργεια μιας τέτοιας διαμάχης, ειδικά προερχόμενη από εξωγενή δεδομένα, ήταν ό, τι καλύτερο για τον εχθρό ενός έθνους. Ξεκινώντας από τις εμφύλιες διαμάχες των αρχαίων χρόνων, που ωστόσο οι ελληνικές πόλεις είχαν τη δικαιολογία των πόλεων-κρατών, φτάσαμε σε εσωτερικούς σπαραγμούς (σαν Ελλάδα), αφού δημιουργήθηκε κράτος. Από το 1821 μέχρι και το 1945. Με αυτό το θέμα καταπιάνεται ο Νίκος Καζαντζάκης στις «Αδερφοφάδες».

«Οι Αδερφοφάδες μιλούν για την αδελφοκτόνο σύγκρουση σε ένα χωριό κατά τον Ελληνικό Εμφύλιο στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Πολλοί από τους χωριανούς, μαζί και ο Καπετάν Δράκος, ο γιος του εφημέριου, ο παπα-Γιάνναρος, πήραν τα βουνά και ενώθηκαν με τους κομμουνιστές αντάρτες. Είναι Μεγάλη Εβδομάδα και, με τον φόνο, τον θάνατο και την καθημερινή καταστροφή, ο παπα-Γιάνναρος αισθάνεται ότι κουβαλάει στους ώμους του τις αμαρτίες του κόσμου», αναφέρεται στην γαλλική έκδοση του βιβλίου.

«Αυτό το επιθανάτιο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη είναι, ανάμεσα σε όλα τα έργα του, το πιο κοντινό στον κόσμο μας, που σπαράζεται από αδελφοκτόνες μάχες», σημειώνεται επιπλέον.

O Πάμπλο Πικάσο δημιούργησε έναν εμβληματικό αντιπολεμικό πίνακα (1937), με θέμα τις φοβερές συνέπειες του πολέμου στον άμαχο πληθυσμό. Εμπνεύστηκε από το βομβαρδισμό της ομώνυμης με τον πίνακα μικρής βασκικής πόλης Γκουέρνικα από τη γερμανική αεροπορία, κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου.

Ο κομμουνιστής διανοητής θεατρικός συγγραφέας και ποιητής, Μπέρτολτ Μπρεχτ, ένας άνθρωπος που μεγάλο κομμάτι του έργου του, έδειχνε την άρνηση του δημιουργού του να αποδεχθεί για την πατρίδα του τον ηγεμονικό ρόλο που επέλεξε το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα και οι οπαδοί του. Σε ένα ποίημά του με τίτλο «Στρατηγέ, το τανκ σου είναι δυνατό μηχάνημα», η τελευταία στροφή αναφέρεται στον άνθρωπο και το ρόλο του στον Πόλεμο:

Στρατηγέ, ο άνθρωπος είναι χρήσιμος πολύ.

Ξέρει να πετάει, ξέρει να σκοτώνει.

Μόνο που έχει ένα ελάττωμα…

ξέρει να σκέφτεται.

Κάθε Στρατηγός λοιπόν… ο πραγματικός πρωταγωνιστής ενός Πολέμου, ακόμα και ο πραγματικός πρωταγωνιστής διαμόρφωσης «μυαλών» και «πολεμικών μηχανών». Και λέγοντας «Στρατηγός» να είμαστε δίκαιοι, δεν είναι τόσο ο βαθμός όσο η πίστη στο στρατιωτικό ιδεώδες. Εκεί που γεννιούνται οι πειθαρχημένοι και ορκισμένοι στρατιώτες. Στην κινηματογραφική ταινία «Ζήτημα Τιμής» του 1992, ο Αντισυνταγματάρχης Τζέσαπ (Τζακ Νίκολσον) επιβάλλει δια της ιεραρχίας «κόκκινο κώδικα», μια βίαιη τιμωρία σε έναν πεζοναύτη, για να τον συνετίσει. Η ταινία ανιχνεύει τη διαμόρφωση χαρακτήρων εντός του δύσκολου αμερικάνικου στρατού και δη των πεζοναυτών, στην πολύ ιδιαίτερη βάση του Γκουαντάναμο στην Κούβα.

Οι στρατιώτες σε κάθε περίπτωση δεν είναι διακοσμητικά στοιχεία, προετοιμάζονται πάντα για πόλεμο, για να αντιταχθούν σε κάποιον ή να του επιβληθούν. Ποιος κάνει τα σχέδια; Άλλος. Ποιος τους προετοιμάζει; Κάποιος άλλος. Ποιος θα κινδυνεύσει; Οι ίδιοι.

“Αν λεηλατείς από την ανατολή προς τη δύση, είσαι ο Τζένγκις Χαν, ο Βάρβαρος. Αν λεηλατείς από τη δύση προς την ανατολή είσαι ο Αλέξανδρος, ο Μέγας”.

Το λέει κάποιος Ινδός, ο Γιαβέντ Ακτάρ, ποιητής και κινηματογραφιστής. Και είναι τόσο εύστοχο όσο λίγα. Γιατί περιέχει πολλές μικρές ερμηνείες. Η αλήθεια είναι ότι ο Μέγας Αλέξανδρος δεν έχει καμιά διαφορά από όσους ιστορικά ξεκίνησαν να διεκδικήσουν εδάφη και να επεκταθούν. Το ίδιο κι ο Τζένγκις Χαν. Από ιστορικής πλευράς και φήμης, έχουν κάνει παρόμοια πράγματα, ωστόσο ο Αλέξανδρος σαφώς υπήρξε πιο επιδραστικός σε μεγαλύτερο εύρος κόσμου, η δική του Αυτοκρατορία περιελάμβανε το μεγαλύτερο μέρος του γνωστού τότε κόσμου και προφανώς υπήρξε πιο ευρέως αποδεκτός από τον Τζένγκις Χαν.

Από την άλλη, υπάρχει στη φράση του Ακτάρ μια επιπλέον «μπηχτή». Η διαφορά Δύσης και Ανατολής, όσον αφορά στους πολέμους, τον επεκτατισμό και ό, τι άλλο έχουμε μάθει ιστορικά και εμπειρικά (δυστυχώς). Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ την απορία του… Μαρκήσιου Ντε Σαντ (ναι, αυτού που όλοι ξέρουμε).

«Υπάρχει κάτι πιο ανήθικο από τον πόλεμο;»

Φυσικά όχι, απ' όπου κι αν προέρχεται η απορία…

Σε αυτήν δε την απορία, πρέπει να έχει απαντήσει όλο το κινηματογραφικό στερέωμα μέσα στα χρόνια, αποτυπώνοντας με κάθε τρόπο τη φρίκη του πολέμου, όπου και όταν συνέβη. Είτε στους Παγκόσμιους ή και στους επί μέρους μέχρι και σήμερα, τύπου Βιετνάμ, Ιράκ, Αφγανιστάν ή και στους εμφύλιους. Ταινίες σαν την «Αποκάλυψη τώρα», το «Μέταλ Τζάκετ», το «SOS Πεντάγωνο καλεί Μόσχα», το «Γεννημένος την 4η Ιουλίου», ακόμα και το δικό μας «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση», βρίθουν από μηνύματα. Ωστόσο στάθηκα σε μια ταινία του 2014 σχεδόν προσοχή, ο «Αλύγιστος», σε σκηνοθεσία μάλιστα της Αντζελίνα Τζολί.

Ένα επικό δράμα για τη ζωή του Ολυμπιονίκη και ήρωα πολέμου Louis "Louie" Zamperini (Jack O'Connell), ο οποίος, μαζί με άλλους δύο από το πλήρωμα του αεροσκάφους επέζησαν πάνω σε μία σχεδία για 47 ημέρες, μετά από ένα αεροπορικό ατύχημα κατά τη διάρκεια το Β' Παγκοσμίου Πολέμου — μέχρι να πέσουν στα χέρια του Ιαπωνικού Ναυτικού και να σταλούν ως αιχμάλωτοι πολέμου σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Κι εκεί έζησε απίστευτα πράγματα, ακόμα μέχρι και την τελευταία στιγμή της λήξης του πολέμου, όταν ο βασανιστής του δεν εννοούσε να τον αφήσει χωρίς να «σπάσει»…

Η ευχή μας είναι να μην ξανακάνουμε τέτοιο άρθρο εν καιρώ που δίπλα μας σπαράσσεται η ανθρωπότητα. Σαν www.mousikogramma.gr διαλέξαμε κάποια τραγούδια να συνοδεύσουν αυτά τα λίγα λόγια και η επιλογή τους έγινε πολύ προσεκτικά, συνδεδεμένα με τις μικρές παραγράφους. Αυτές που δεν αφήνουν την Αλήθεια να είναι θύμα του Πολέμου, με αυτόν τον αρχαίο αφορισμό ξεκινήσαμε αυτό το κείμενο, που δυσκολεύομαι προσωπικά να το ονομάζω άρθρο. Παρότι αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα, αλλά δομημένο από τα βάθη της Λογοτεχνίας, το προτιμώ να μένει ένα κείμενο σκέψεων και μακάρι να ήταν μόνο μυθοπλαστικό.

Εν κατακλείδι, σίγουρα έχουμε γράψει πολύ λίγα, σε σχέση με όσα υπάρχουν στη Λογοτεχνία, στις Τέχνες, στη μουσική για τον πόλεμο. Αλλά μένουμε στο γεγονός ότι δε θα θέλαμε να το επαναλάβουμε και η πρωτοβουλία μας αυτή έχει αρχειακό χαρακτήρα. Ευχή μας, η Ειρήνη και μόνο για όλον τον κόσμο…

Κλείνουμε, λοιπόν, με ένα ανέκδοτο τραγούδι, που αφορά αυτό που όλοι μας έχουμε ανάγκη σε μια δύσκολη στιγμή μας, πόσο μάλλον στην τρέλα του Πολέμου, την Αγάπη. Σύντομα το υπέροχο αυτό τραγούδι θα κυκλοφορήσει σε όλες τις πλατφόρμες και ευχαριστούμε τους δημιουργούς για την παραχώρηση αυτή. Το τραγούδι λέγεται «ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ», μελοποιημένο και ερμηνευμένο από τον συνθέτη Γιάννη Κ. Ιωάννου, σε υπέροχους στίχους της κ. Αίμης Καραγιαννάκη.

«Θα υπογράψουν τη συνθήκη για Ειρήνη,

έστειλε τέσσερις ιππείς η μεραρχία,

είχε οπλίσει για να δείξει πειθαρχία,

όμως ο νους του τρέχει απείθαρχα σε κείνη…»

    Μοιραστείτε το άρθρο:

    Σχολιάστε

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

    Μανώλης Αγγελόπουλος - Ειν' η ζωή μια μολυβιά...

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Το 1988 ο Μανώλης Αγγελόπουλος συνεργάζεται με την Κολούμπια...

    Συνέχεια

    Kώστας Βίρβος - Της γερακίνας γιος

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Ο Μίκης Θεοδωράκης είχε πει: "...

    Συνέχεια

    Λάκης Παππάς: Ο «ατμοσφαιρικός» τροβαδούρος

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο, είναι τρόπος ζωής…»...

    Συνέχεια

    Mανώλης Χιώτης - Ο «Μπετόβεν» του μπουζουκιού

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Δε με βοήθησε ποτέ κανείς, ό, τι έκανα το έκανα μόνος μου…»...

    Συνέχεια

    Γιώργος Ζαμπέτας: «Με το μπουζούκι γεννήθηκα, με το μπουζούκι θα πεθάνω…»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Αν περάσεις μια βόλτα από την πλατεία Δαβάκη στο Αιγάλεω...

    Συνέχεια

    Δημήτρης Χριστοδούλου: «Έζησα το αίμα και το μετέτρεψα σε ποιητικό λόγο»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Δεν υπάρχει Έλληνας συνθέτης που να μην έκανα τραγούδια μαζί...

    Συνέχεια

    Το πρώτο δίμηνο του 2022

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Το πρώτο δίμηνο του 2019 κυκλοφόρησαν 61 δίσκοι...

    Συνέχεια

    Αντώνης Καλογιάννης - «Ιστορίες Αγγέλων»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Ο Αντώνης Καλογιάννης γεννήθηκε στην Καισαριανή ...

    Συνέχεια

    Nίκος Καββαδίας - Αλλιώς Βαλχάλας ή Ταπεινός ή Κόλλιας ή Μαραμπού

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Ονόματα με τα οποία έγραψε ή χρησιμοποίησε ο ποιητής Νίκος Καββαδίας στα...

    Συνέχεια