Δημήτρης Χριστοδούλου: «Έζησα το αίμα και το μετέτρεψα σε ποιητικό λόγο»
Γράφει ο Κώστας Προβατάς
Με όλα τα παραπάνω αναφερόμαστε σε μια σπουδαία μορφή της ελληνικής λογοτεχνίας και μουσικής δισκογραφίας, τον Δημήτρη Χριστοδούλου. Μόλις στα 67 του χρόνια έφυγε από κοντά μας στις 5 Μαρτίου 1991, γεννημένος στις 4 Απριλίου 1924 στο Μεταξουργείο.
Το έργο του είναι ποιητικό, συγγραφικό (θέατρο και βιβλίο), σημαντικά στιχουργικό, ενώ ήταν και ηθοποιός στην αρχή της καριέρας του, συμμετέχοντας μάλιστα στους θιάσους του Χορν και του Μυράτ. Όμως η γνωριμία του με τον Μίκη Θεοδωράκη στην Αντίσταση, του έδωσε το έναυσμα, για να ξεκινήσει να ξεδιπλώνει και αυτό του το ταλέντο, του στιχουργού.
Ήταν το 1960 όταν ο Μίκης προσπαθούσε τότε να παρουσιάσει τον "Επιτάφιο" του Γιάννη Ρίτσου στην πιο λαϊκή έκδοση με τον Μανώλη Χιώτη. Ο ποιητής συμφωνούσε με το συνθέτη στην αναγκαιότητα ανοίγματος της ποίησης προς το λαό και στο ότι η μουσική ήταν ιδανικό μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Η αρχή της συνεργασίας του ήταν τέσσερα (4) διαχρονικά τραγούδια προς τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη μας,
«Βράχο, βράχο τον καημό μου», αλλά και «Καημός», «Μετανάστης» και «Παράπονο».
Αυτές τις μέρες, πιο συγκεκριμένα στις 9 Μαρτίου 1961, έγινε η ηχογράφηση αυτών των τραγουδιών, με ερμηνευτές τον Στέλιο Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα, με τον Μανώλη Χιώτη στο μπουζούκι. Εντάχθηκαν δε στον κύκλο τραγουδιών «Πολιτεία Α'» και κυκλοφόρησαν σε δίσκους 45 στροφών της His Master's Voice. Συνολικά με τον Μίκη Θεοδωράκη ο Δημήτρης Χριστοδούλου συνεργάστηκε σε 14 τραγούδια.
«Εμείς κύριε Δημητράκη κανένα τραγούδι; Τίποτα; Όλα στο Μίκη;», συνήθιζε να λέει ο Γιώργος Ζαμπέτας στον Δημήτρη Χριστοδούλου όποτε τον συναντούσε, σύμφωνα με την αφήγηση στο τεύχος 43 του περιοδικού Μετρονόμος με εκτενές αφιέρωμα στον ποιητή (Οκτ.-Δεκ. 2011).
Κάπως έτσι ξεκίνησε μια άλλη συνεργασία-μύθος, αυτή των Χριστοδούλου και Ζαμπέτα, με αφετηρία το αξεπέραστο «Δεν έχει δρόμο να διαβώ» με τον Πάνο Τζανετή το 1964.
Ορισμένα από τα ωραιότερα λαϊκά τραγούδια που έγιναν μεγάλες επιτυχίες ήταν το αποτέλεσμα της συνεργασίας του Χριστοδούλου με τον Ζαμπέτα. Πάνω από 40 τραγούδια φέρουν αμφότερες τις υπογραφές των δύο δημιουργών, όπως: «Με το βοριά σ' αναζητώ», «Κι αν θα διαβείς τον ουρανό», «Πόρτα κλειστή τα χείλη σου», «Ξημερώματα», «Τι να φταίει», «Μεταξουργείο», «Γλυκιά Ζωή», «Πάρε το δρόμο τον παλιό», «Από Αύγουστο σε Μάη» (Χ. Εμμανουήλ, Στ. Κόκοτας), «Φθινόπωρο» (Π. Γαβαλάς), «Μεσάνυχτα που να σε βρω» (Γ. Καζαντζίδης/Β. Μοσχολιού, Β. Μοσχολιού/Π. Τζανετής) κ.ά.
Αλλά να ήταν μόνο ο Ζαμπέτας… οι μεγαλύτεροι Έλληνες συνθέτες, αν όχι όλοι, όπως έχει πει ο ίδιος, έχουν συνεργαστεί με τον ποιητή / θεατρικό συγγραφέα και στιχουργό 400 και πλέον τραγουδιών, τον Δημήτρη Χριστοδούλου. Το 1974 θα είναι η σειρά του Μάνου Λοϊζου, στο άλμπουμ «Καλημέρα Ήλιε», συμμετέχοντας με εννέα τραγούδια. «Μια καλημέρα», «Όταν σε είδα να ξυπνάς», «Με φάρο το φεγγάρι», «Τι να το κάνεις το κορμί», «Δώδεκα παιδιά», «Κανένας δε μου μίλησε», «Ας μην είχες τόσα λάθη», «Θα έρθει μόνο μια στιγμή», «Χτύπησαν αργά». Ο Χριστοδούλου συμμετέχει ξανά με το τραγούδι «Δώδεκα Παιδιά», στον δίσκο «Τα τραγούδια του δρόμου» με την παιδική χορωδία του Γιώργου Κακίτση.
Ο Νίκος Ξυλούρης ερμηνεύει το 1978 τον κύκλο 11 τραγουδιών «Τα Αντιπολεμικά» του Λίνου Κόκοτου, σε ποίηση του Χριστοδούλου, μεταξύ των οποίων τα εξής: «Χρόνια ποτίζουμε τη γη», «Τον πόλεμο τον κάνουνε», «Ο μικρός στρατιώτης» κ.ά. Επίσης, στο δίσκο «Να 'ταν η ζωή τραγούδι» (1983), υπάρχουν τα τραγούδια «Η Αλίκη», «Να 'ταν η ζωή τραγούδι», «Τη νύχτα θα τη μοιραστώ».
Η συνεργασία του με τον Μίμη Πλέσσα απέφερε δύο δίσκους, με ερμηνευτές τον Αντώνη Καλογιάννη και την Πετρή Σαλπέα (στον πρώτο εξ αυτών): «Για μια σταγόνα αλάτι» (1973) και τα «Τραγούδια της γειτονιάς» (1980). Ο Αντώνης Καλογιάννης εξάλλου, θεωρείται ο τραγουδιστής με τις περισσότερες ερμηνείες τραγουδιών σε στίχους Χριστοδούλου στην ελληνική δισκογραφία. Πέρασαν αρκετά χρόνια αυτοεξόριστοι στο Παρίσι λόγω της δικτατορίας, στο πλαίσιο μίας ευρύτερης παρέας διανοουμένων-καλλιτεχνών.
«Για μένα, ο Δημήτρης Χριστοδούλου θα μείνει πάντα ο Φάρος που έσβησε νωρίς», λέει ο Καλογιάννης στον Αλέξη Βάκη, στο περιοδικό Μετρονόμος (τεύχος 4.3).
Ο δίσκος «Για μια σταγόνα αλάτι» κυκλοφόρησε από την Polygram και βρίσκουμε τραγούδια, όπως «Αχ ας έβρισκα τα λόγια», «Κράτα το φιλί», «Ποτέ δε βγήκα στη βροχή», «Είμαι μικρός και σ' αγαπώ», καθώς και το «Ποτάμι», το οποίο εμφανίστηκε στην ταινία «Θέμα συνειδήσεως» (1971) του Πέτρου Λύκα με τους Νίκο Κούρκουλο, Β. Ανδρεόπουλο, Μ. Χρηστίδη, Μπέττυ Αρβανίτη.
Στον δίσκο «Ο Αντώνης Καλογιάννης τραγουδά Μουστακί» βρίσκουμε δυο σπουδαία τραγούδια, που έγιναν μεγάλες επιτυχίες, τα «Ο Μέτοικος» και «Μεσόγειος», των οποίων την απόδοση στα ελληνικά ανέλαβε, όσο ήταν στο Παρίσι, ο Δημήτρης Χριστοδούλου. Ακούστηκαν πολύ επίσης με τη φωνή της Μελίνας Μερκούρη. Στο δίσκο «Παραθύρι παραθύρι» (1977) του Βασίλη Δημητρίου που διευθύνει και ενορχηστρώνει ο ίδιος το σύνολο της μουσικής, τα 11 τραγούδια του δίσκου, σε ποίηση Χριστοδούλου, ερμηνεύουν η Α. Αλιμπέρτη, ο Γ. Μπογδάνος, ο Ν. Γεωργής και η Λ. Τσιτριμπίνη (και χορωδία). Ξεχωρίζουν τραγούδια «Τη λένε νύχτα την αγάπη», «Παραθύρι παραθύρι», «Αγάπη μου μανταρινιά».
Το 1988 κυκλοφόρησε ένας δίσκος με τίτλο «Ο Γιάννης Μαρκόπουλος στον ελληνικό κινηματογράφο», ο οποίος περιλαμβάνει ένα τραγούδι του Δημήτρη Χριστοδούλου αφιερωμένο στη μνήμη του Γρηγόρη Λαμπράκη, με τίτλο «Πού είσαι αυτήν την άνοιξη» με τον Μανώλη Μητσιά. Το τραγούδι αυτό ακούστηκε στη δραματική ταινία «Διωγμός» (1964) του Γρ. Γρηγορίου.
Ο δίσκος, όμως, περιέχει ένα ακόμη τραγούδι σε στίχους Χριστοδούλου, το «Ποιος δρόμος είναι ανοιχτός» που ερμηνεύουν ο Στ. Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα και ακούστηκε στην ταινία «Οι αδίστακτοι» του Ντ. Κατσουρίδη (1965), στην οποία τραγουδάει για λίγο μαζί με τους δύο τραγουδιστές και ο Ν. Κούρκουλος. Νωρίτερα από τη συνεργασία Μαρκόπουλου-Χριστοδούλου είχαν προκύψει δύο δίσκοι: Το Χορόδραμα «Θησέας» (1964) με τη Μ. Δουλάκου και «Του σίδερου και του νερού» με τους Β. Μοσχολιού και Β. Σκουλά.
Τραγούδια του ακούγονται και σε ταινίες, όπως το «Έχει η νύχτα θάνατο» στην ταινία «Ψηλά τα χέρια Χίτλερ» (1962), το «Κουράστηκα να σε κρατώ» στην ταινία «Μια σφαίρα στην καρδιά» (1966).
Άλλες σημαντικές συνεργασίες του Δημήτρη Χριστοδούλου ήταν με τον Χρήστο Λεοντή (Στου γιαλού την άκρη, 1971), τον Πάνο Πετσά (Το γέλιο μου, 1969), τον Σταύρο Ξαρχάκο (Ωραίος που είσαι Αυγερινέ, Γιατί κυλάει ο καιρός), τον Νίκο Μαμαγκάκη (Αγάπη - 1967, Φυγή, Σύννεφο - 1966), τον Λάκη Καρνέζη (Η ταβέρνα, Ο γυρισμός, 1973), τον Νότη Μαυρουδή (Επιστροφή, 1992), καθώς και τον Τάσο Γκρους (Δυο φεγγάρια, 1992, για τη φωνή του Μανώλη Λιδάκη).
«Η ΕΟΚ, όπως το λένε και τα αρχικά της, είναι οικονομική κοινότητα. Κοινότητα που μας φέρνει στο μυαλό, η ίδια η λέξη, μια αντίφαση. Άραγε, εξίσωση δυνατών και αδυνάτων; Αν ναι, τότε θα έχουμε, για πρώτη φορά στην ιστορία, ανατροπή θεμελιωδών νόμων του ανταγωνισμού. Αν είναι αλήθεια ότι η οικονομία σαν βασικό μέρος του εποικοδομήματος επιδρά πάνω σ' όλα τα άλλα, πρέπει να προσέξουμε να μην υποχωρήσουμε στη βιομηχανική μας ανάπτυξη, γιατί αυτό θα σημάνει ανεργία. Αυτό επίσης θα σημάνει βιομηχανική εξάρτηση και βιομηχανική εξάρτηση θα σημάνει υποχώρηση στην ορολογία. Υποχώρηση στην ορολογία θα σημάνει τραυματισμό της γλώσσας. Τραυματισμός της γλώσσας θα σημάνει μετάπτωση απ' το δημιουργικό της ρόλο στο μεταφραστικό. Μεταφραστικοποίηση της γλώσσας θα σημάνει αναζήτηση δημιουργημάτων από το εξωτερικό. Όλα αυτά θα σημάνουν, αν δεν αμυνθούμε έγκαιρα, μόνιμη κατάσταση πολιορκίας ή κατανάλωση».
(Από Συνέντευξη του Δ. Χριστοδούλου στην εφημερίδα Εξόρμηση, 31/1-1/2/1981)
«…Έζησα το αίμα και το μετέτρεψα σε ποιητικό λόγο που είναι η έσχατη δικαίωσή μου. Αυτή είναι η δική μου προσφορά».
Το έργο του, το «Αρχείο Δημήτρη Χριστοδούλου», μετά το θάνατό του, δωρίστηκε από τη γυναίκα του, Μαρία Κανδρεβιώτου, στο Ινστιτούτο της Δανίας στην Αθήνα, προκειμένου να ψηφιοποιηθεί και να αποτελέσει αντικείμενο ευρύτερης μελέτης. Το γεγονός αυτό προκαλεί εύλογα ερωτηματικά για το ενδιαφέρον της ελληνικής πολιτείας και των διαφόρων φορέων σχετικά με τη διάσωση, μελέτη και προβολή του έργου ενός σημαντικού ανθρώπου που υπηρέτησε την προοδευτική Τέχνη με ήθος, συνέπεια και αφοσίωση.
Αν κάποιος σήμερα θελήσει να διαβάσει κάποιο από τα έργα του Χριστοδούλου, πολύ δύσκολα θα το βρει. Τα περισσότερα είναι εξαντλημένα, εκτός από τα «Ανέκδοτα Ποιήματα» και «Το Γούπατο» (το πρώτο του μυθιστόρημα, 1976) που επανεκδόθηκαν σχετικά πρόσφατα. Ελάχιστα έχουν απομείνει στα ράφια κυρίως παλαιοβιβλιοπωλείων. Πολύ λίγα για ένα τόσο μεγάλο έργο. Τελικά ευτυχώς που υπάρχουν τα τραγούδια του.
«Εκείνο που ξέρω είναι ότι, στη ζωή, η πολιτεία λειτουργεί με τενεκέδες και στο θάνατο δοξάζει τα μάρμαρα και μένει ήσυχη. Ύστερα, σκέφτομαι καμιά φορά, πως δεν υπάρχει δήμος ή κοινότητα που να μη τιμάει και τον τελευταίο στιχουργό της. Αυτός, ρε παιδί μου, ο δήμος Αθηναίων, που ελάχιστα είναι των Αθηναίων αλλά των βλάχων, δεν έκανε ποτέ έτσι για να πει πόσοι Αθηναίοι ποιητές, γέννημα-θρέμμα, δίνουν τη μάχη σ' αυτή τη βρωμούπολη, για να βγάλουν τα σκουπίδια της αφάνειας και της αδιαφορίας από το κεφάλι της. Ας είναι. Πολλά ζητάω, αλλά, έτσι, λόγος να γίνεται – ας πλένουν τους δρόμους, ας βάζουν λίγη άσφαλτο που 'χουμε γίνει σκορποχώρι, ας ποτίζουν τα πάρκα κι ας αφήσουν τους ποιητές να πεθαίνουν στου Ζωγράφου και να τους θυμούνται, γκραν γκινιόλ, στο νεκροκρέβατο».
Σχολιάστε