Αφιερώματα

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι

Μάνος Ελευθερίου: Ο απόλυτος ποιητής – ραψωδός του ελληνικού τραγουδιού

Γράφει ο Κώστας Προβατάς

«Οι ζωές των ανθρώπων που ασχολούνται με τα γράμματα και τις τέχνες έχουν ενδιαφέρον όταν είσαι σπουδαίος. Να διαβάσει κανείς τη ζωή του Μαρσέλ Προυστ ή του Μπαλζάκ το καταλαβαίνω. Τη ζωή τη δική μου θα διαβάσει, τρελός είναι;».

Είναι η προσωπική μου αναστάτωση, όταν γράφω το παραμικρό για τον Μάνο Ελευθερίου, που με κάνει να μην είμαι ευχαριστημένος ποτέ με το πώς ξεκινάω. Σαν ένα μυθιστόρημα, ένα διήγημα, που στην αρχή ο συγγραφέας θα σκίσει ένα τσουβάλι χαρτί ή θα σβήσει ένα σωρό ηλεκτρονικά έγγραφα, μέχρι να αισθανθεί κατ' αρχάς ικανοποιημένος. Έτσι λοιπόν ξεκίνησα με αυτήν τη λιτή φράση του, γεμάτη από μετριοφροσύνη, από συνέντευξη του στον Γιώργο Βουδικλάρη, λίγους μήνες πριν φύγει από τη ζωή.

Ο «κολλημένος» με τον Σέξπιρ κατάφερνε παντού να τον θυμίζει. Ο Άμλετ, μια φιγούρα ταυτόσημη της αναποφασιστικότητας, ήταν ο αγαπημένος του. Τουλάχιστον έχει πει ο ίδιος ότι τους μονολόγους τους ήξερε απ' έξω. Και βρήκε να τον ταιριάξει κάπου, στα λόγια που έντυσε έναν άλλον δικό του Άμλετ, αυτόν της Σελήνης ή αλλιώς του Γιώργου Χειμωνά, συζύγου της Λούλας Αναγνωστάκη και προσωπικού του φίλου, ο οποίος πολύ νέος έκανε το τελευταίο ταξίδι της ζωής του στα «ένδοξα Παρίσια», όπως στιχούργησε για εκείνον ο Ελευθερίου.

Ένας άλλος Αναγνωστάκης, ο φίλος του ο Νίκος, έγραψε για εκείνον τους στίχους του τραγουδιού «Οθέλλος» που ερμήνευσε η Γιώτα Νέγκα. Έναν Οθέλλο που ο Ελευθερίου τον είχε «χρησιμοποιήσει» και στην «Άγια μέθη» του Χρήστου Νικολόπουλου το 1996. Μια προσωπικότητα ο Οθέλλος, μοναδική και αδικημένη, τι άλλο ταιριάζει αλήθεια… Νομίζω αδικημένος, γιατί προσπάθησαν «πολλοί» και «πολύ» να τον εντάξουν σε μια σχολή στιχουργικής ή ποιητικής κατεύθυνσης, π.χ. σαν τον Γκάτσο. Αλίμονο, ο Ελευθερίου είναι μια σχολή μόνος του και ας λάτρευε τον Γκάτσο, ιδίως το «Γιάννη το Φονιά» του Γκάτσου. Στο βιβλίο του «Είν' αρρώστια τα τραγούδια», περιέγραφε το τραγούδι αυτό σαν μονόπρακτο του Σάμιουελ Μπέκετ και είναι γεγονός, πρόκειται για ένα «θεατρικό» τραγούδι.

Έλεγε σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Πολίτης Κ» της Καλαμαριάς, πως εκείνα τα χρόνια στα στέκια των φίλων της μουσικής που δεν θυμόταν ποιος τον πήγε, κυριολεκτικά τον είχαν «χεσ…νο». Τον Μάρτιο του 1963, στην πρώτη κοινή συναυλία του Χρήστου Λεοντή και του Μάνου Λοΐζου, ακούστηκε από την Έφη Παναγιώτου το πρώτο τραγούδι του Μάνου Ελευθερίου - κι ένα από τα πρώτα του Λεοντή -, «Το σπίτι γέμισε με λύπη»… Όπως σημειώνει στο βιβλίο του, «Τα λόγια και τα χρόνια», ο οριστικός τίτλος του τραγουδιού ήταν τελικά το «Ρημαγμένοι κήποι» και οφείλεται στον θαυμάσιο Λουκιανό Κηλαηδόνη, εννοώντας προφανώς την επανεκτέλεση του τραγουδιού από την Δήμητρα Γαλάνη στο δίσκο «Λεπτομέρειες» το 1975, όπου, μεταξύ άλλων, συμμετείχε συνθετικά και ο Λουκιανός. Και είναι άξιο αναφοράς, το κλείσιμο του επιλόγου του βιβλίου «Τα λόγια και τα χρόνια», που αφορά εκείνο το πρώτο τραγούδι και τον συνοδοιπόρο και φίλο του Χρήστο Λεοντή:

«Ιδιαιτέρως θέλω να ευχαριστήσω το λαμπρό φίλο μου Χρήστο Λεοντή, ο οποίος, νέος κι εκείνος τότε, το 1963, μελοποίησε το πρώτο μου τραγούδι, τους «Ρημαγμένους κήπους». Νομίζω πως ήταν και το πρώτο δικό του που κυκλοφόρησε. Ένα τραγούδι για το οποίο πήραμε και προκαταβολή, τότε, 500 δραχμές ο καθένας».

Ο ίδιος αναφέρει στο βιβλίο του ότι υπάρχουν στίχοι του που έδωσε σε συνθέτες και εκδόθηκαν μελοποιημένοι ακόμα και… 25 χρόνια μετά τη γραφή τους. Κάποιες φορές, δεν έμαθε και ο ίδιος, αν και πότε εκδόθηκαν. Προφανώς, δεν ήταν δύσκολος στο να δίνει στίχους του. Σε κάθε κατεύθυνση. Βέβαια, οι δίσκοι που έχουν ολόκληροι δικούς του στίχους είναι μόλις 12. Σε άλλους 7 υπογράφει τον μεγαλύτερο αριθμό τραγουδιών. Αλλά οι συνθέτες, οι οποίοι έχουν μελοποιήσει τα τραγούδια που διάλεξε να περιληφθούν στον τόμο, «Τα λόγια και τα χρόνια», είναι συνολικά 62. Και οι τραγουδιστές που τον τραγούδησαν… 107. Στο ρεζουμέ για τα «Λόγια και τα χρόνια», επέλεξε 417 τραγούδια και απέφυγε τουλάχιστον 30, τα οποία δε θεωρούσε ικανοποιητικά.

Και σε αυτό το έργο ζωής, θα ανακαλύψει ο αναγνώστης τον Ελευθερίου σαν στιχουργό να συνεργάζεται με ονόματα που δεν τα περιμένει, τουλάχιστον εάν έχουν επιλεγεί για την έκδοση αυτή. Είτε συνθετών ή ερμηνευτών. Στην αρχική όμως αυτή τοποθέτηση, αξίζει να θυμηθούμε το ένα και μοναδικό τραγούδι που ερμήνευσε δικό του ο Στέλιος Καζαντζίδης, το «Αν ρωτάς να σου πω», σύνθεση του Θανάση Πολυκανδριώτη και φωνητικά της Κατερίνας Στανίση.

Και μιλώντας για απρόσμενα, ίσως τα πιο χαρακτηριστικά είναι κάποια τραγούδια που μουσικά γράφτηκαν από τον σπουδαίο Βασίλη Δημητρίου, στις αρχές του '70, με τη φωνή του Στράτου Διονυσίου, αλλά παρουσιάστηκαν στη δισκογραφία 30 χρόνια αργότερα! Το τραγούδι «Σεπτέμβρης του '62», είναι μια σπουδαία απόδειξη (και ευκαιρία) να γνωρίσουν όλοι κι αυτήν την ερμηνευτική πλευρά του Διονυσίου, σε ένα τραγούδι που μπουζούκια παίζουν οι σπουδαίοι Καρνέζης και Παπαδόπουλος.

Ο Μάνος Ελευθερίου είναι πάντα επίκαιρος, αν ακούσει κανείς την προσέγγιση, σε ένα τραγούδι οδοιπορικό. Σε κατοπινή ανατύπωση ο ίδιος το χρονολογεί ως «Τραγούδι από τη στρατιωτική μου θητεία» και το προσδιορίζει ως «Ανάμνηση από πόλη όπου ποτέ δεν πήγα, όπως δεν πήγα και ποτέ στην Κατερίνη» (αναφερόμενος στο αγαπημένο τραγούδι του «Το τρένο φεύγει στις 8, ταξίδι για την Κατερίνη»). Ούτε λίγο ούτε πολύ, από την αφετηρία ως την τελική έκδοσή του μεσολάβησαν κάπου 40 χρόνια.

Προφανώς δεν υπήρξε αρνητικός στην εμπορική πλευρά των δημιουργιών του, συμπέρασμα που προκύπτει από τις «απρόσμενες» συνεργασίες. Ορισμένες αφορούσαν στο λαϊκό τραγούδι, αυτό που για την πορεία του Ελευθερίου ήταν άξιο απορίας πέρα από αναφοράς. Καίτη Γαρμπή, Πέγκυ Ζήνα, Νότης Σφακιανάκης, Κορίνα Λεγάκη, Χρήστος Δάντης (στα νιάτα του), ο πολύς Γιώργος Μαργαρίτης και πιο πολύ απ' όλους μάλλον ο Βασίλης Τερλέγκας, που όπως φαίνεται υπήρχε μια συχνότητα στη συνεργασία τους, την εποχή που ο τραγουδιστής ήταν στα «πάνω» του. Από όλα αυτά, ένα τραγούδι που επιλέξαμε για το αφιέρωμα αυτό ήταν του «μικρού» τότε Χρήστου Δάντη, σε σύνθεση του Γιάννη Καραλή που λέγεται «Είπα ν' αλλάξω» και έγινε επιτυχία. Σημειωθήτω ότι ο Δάντης, αναφερόμενος στον Μάνο Ελευθερίου τότε, τον εκθείασε και τον ευχαρίστησε, γιατί πίστεψε σε αυτόν.

Και η αλήθεια είναι ότι ο Μάνος Ελευθερίου είχε κάποια θέματα με τους συνθέτες, άλλωστε προκύπτει κι από το γεγονός ότι 3-4 συνθέτες ουσιαστικά έχουν συνθέσει τα περισσότερα τραγούδια του, ο Μίκης Θεοδωράκης κυρίαρχος με 64, όπως έχουν καταμετρηθεί, ο Νικολόπουλος και ο Θανάσης Πολυκανδριώτης. Αναφέρεται σε αυτό λέγοντας:

«Κάποτε είναι τόσο γελοίες οι επεμβάσεις στους στίχους, που ξεχνάς τη δυσφορία σου και αρχίζεις το νευρικό γέλιο. Συμβαίνει ιδίως με τις επεμβάσεις των ερμηνευτών. Και ΑΥΤΟΣ είναι ο λόγος που δεν κάνουν επιτυχίες και συντηρούνται και δέκα χρόνια με ΕΝΑ τραγούδι. Έχουν κυκλοφορήσει τραγούδια μου που… μόνο το όνομά μου αναγνώρισα. Το χάρισμα όμως να διορθώνει δημιουργικά στίχους, το έχει νομίζω μόνον ο Καλδάρας. Είναι τέτοια η εφευρετικότητά του και τόση η γνώση του και το ταλέντο του, που κυριολεκτικά έμεινα ενεός. Και ο Κουγιουμτζής, επίσης… Αλλά το νυστέρι του δεν πάει τόσο βαθιά. Ίσως λυπάται…».

Να σημειώσουμε ότι ποτέ δεν κυκλοφόρησαν τραγούδια με στίχους Ελευθερίου και μουσική Απόστολου Καλδάρα. Όσο για τον Σταύρο Κουγιουμτζή, τους δένουν μέχρι και οι… συμπτώσεις. Ότι τη μέρα που γεννήθηκε ο ένας, έφυγε από τη ζωή ο άλλος και τούμπαλιν! Δεν είναι και κάτι πολύ συχνό. Στο www.mousikogramma.gr έχουμε καταγράψει την συνεργασία τους σε ξεχωριστό άρθρο και σας προτρέπουμε να τη θυμηθείτε, οδηγούμενοι από το παρακάτω link.

https://www.mousikogramma.gr/afieromata/arthro/stauros_kougioumtzis_manos_eleutheriou_oi_eleutheroi_ki_oraioi-4105/

Το έργο του Μάνου Ελευθερίου από πολιτιστικής όσο και κοινωνικοπολιτικής άποψης, δεν είναι τυχαίο. Γράφει «ταπεινά», όπως έλεγε ο Καρυωτάκης, αλλά δεν γράφει στην τύχη. Στον Νίκο Κυπουργό, όταν εκείνος έκανε εκπομπή στην ΕΡΤ, του έλεγε ότι οι συνεργάτες του στα χρόνια πλέον που ζούσαν εκείνον τον καιρό, του έλεγαν πως δεν είχε εκτιμήσει την αξία όσων έγραφε, την εποχή που τα έγραφε. Κι αυτό ήταν αποτέλεσμα της ηλικίας, δεν «είχε ωριμάσει η πένα». Το γεγονός πάντως ότι η έμπνευσή του προερχόταν από απλά μέχρι σπουδαία πράγματα, αποτυπώνεται ποικιλοτρόπως. Ο ίδιος λέει για τα πρώτα χρόνια: «Τους πρώτους στίχους πρέπει να τους έγραψα στρατιώτης στα Γιάννενα γύρω στα 1961-62… Είναι μια εποχή που εγώ νόμιζα ότι θ' αλλάξω τον κόσμο γράφοντας τραγούδια. Από την αρχή είχα στο νου μου αυτό που τότε ονομάστηκε «κύκλος τραγουδιών». Είναι η μοναξιά του ανθρώπου, δοσμένη μ' ένα περισσότερο κοινωνικό στοιχείο. Οφείλω βέβαια να ξεκαθαρίσω, ότι τότε δεν παρακολουθούσα τα κοινωνικά τραγούδια του Καζαντζίδη που κάνανε θραύση. Τα πήρα είδηση πολύ καιρό μετά…

Όπως δεν πήγα ποτέ να γνωρίσω και τον Βαμβακάρη, παρ' ότι ήταν πατριώτης μου… Η διαίσθησή μου σα να μού 'λεγε τότε να τ' αποφεύγω όλα αυτά. Βέβαια, κάποια απ' αυτά τα τραγούδια έχουν ως αφορμές παλιά λαϊκά. Ας πούμε, η «Νυχτερίδα» πρέπει να γράφτηκε από μνήμη της παιδικής μου ηλικίας, όταν πρωτάκουσα στη Σύρο το τραγούδι του Μπαγιαντέρα «Τριγυρνώ σα νυχτερίδα»… Τo «Εγώ είμαι ξένος που περνά» του «Δικαστή» ξεκινά από το «Ένας διαβάτης είμαι κι εγώ». Το πρωτοείδα γραμμένο το 1954 στο καρότσι ενός πλανόδιου μανάβη στην πλατεία Χαλανδρίου, μέσα σε ανθάκια φυτεμένα σ' ένα πρασινωπό χρώμα, χωρίς ακόμα τότε να ξέρω ότι είναι τραγούδι του Τζουανάκου. Και βέβαια το «Σ' αυτόν τον δύσκολο καιρό» πρέπει να 'χει καταγωγή το «Στης ακρίβειας τον καιρό».

Στο έργο του συνεργάστηκε, όπως είπαμε, με πάρα πολλούς συνθέτες όσο κι ερμηνευτές, με άλλους λιγότερο κι άλλους περισσότερο. Αλλά αν εξαιρεθεί ο Καλδάρας που όπως είπαμε δεν έχει υπάρξει συνεργασία, θα βρούμε και Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Σπανό, Λεοντή, Μούτση, Ανδριόπουλο, Μαρκόπουλο, Θάνο Μικρούτσικο, Χατζηνάσιο, Βαρδή, Κουμπιό κι από τους νεότερους, Γιώργο Ανδρέου, Καζαντζή, Πασχαλίδη, Κραουνάκη. Με τον Σταμάτη Κραουνάκη μάλιστα, γράφει το «Χρόνια σαν τριαντάφυλλα» για τις τελευταίες ηχογραφήσεις του Δημήτρη Μητροπάνου, πριν φύγει από τη ζωή (2011).

Ένας Δημήτρης Μητροπάνος που έρχεται δίπλα του να ερμηνεύσει στα 1971 (κυκλοφορία 1972) τραγούδια του από τον «Άγιο Φεβρουάριο», παίρνοντας άδεια από το στρατό. Εκείνο το καταπληκτικό έργο που περιείχε συνθέσεις του Δήμου Μούτση και εκτός από τον Μητροπάνο, συμμετείχε η Πετρή Σαλπέα. Ένα άλμπουμ που αρχικά δεν είχε ανταπόκριση στον κόσμο, είχε κυκλοφορήσει τότε και η «Μικρά Ασία» του Καλδάρα και του Πυθαγόρα και ήταν τα 50 χρόνια από την καταστροφή. Ο κόσμος είχε στραφεί εκεί κυρίως και στον Νταλάρα, αλλά και στη νεότερη εμφανιζόμενη Αλεξίου, ωστόσο αυτό δεν μειώνει την αξία εκείνου του έργου. Σύμφωνα με μαρτυρίες του Ελευθερίου, τα τραγούδια γράφτηκαν στο διάστημα 1968-1970, «στα πλαίσια μιας γενικότερης ενασχόλησης–έρευνας για υλικό (καρτ ποστάλς, φωτογραφίες, κείμενα) που αφορά τη Σμύρνη, αλλά και διαβασμάτων γύρω από τη ζωή του Ελληνισμού στη Μικρά Ασία και τη Μικρασιατική καταστροφή».

Ο Ελευθερίου συνεχίζει: «Αυτά τα τραγούδια δεν είναι η ιστορία της Σμύρνης. Αναφέρονται σε κάτι οριστικά χαμένο – σαν τη Σμύρνη». Η γνώριμη και στα κατοπινά χρόνια «μεταφορά» βιωμάτων και σκέψεων της καθημερινότητας, με το «άλλοθι» της ιστορίας. Έτσι κι αλλιώς, η λογοκρισία της δικτατορίας εξασκεί τους δημιουργούς σε «λεκτικούς γρίφους»… Και ήταν τελικά μια αφορμή από την επικαιρότητα που θα συμβάλει στην ευρύτερη αποδοχή του δίσκου… Ο στίχος που λέει «Ο Χάρος βγήκε παγανιά» θα χρησιμοποιηθεί από τον Τύπο, με αφορμή την υπόθεση Κοεμτζή και την περίφημη «Παραγγελιά», που είχε συνταράξει τότε την κοινή γνώμη. Η οποία όμως ανακάλυψε την απλότητα και την ομορφιά για «Το σπίτι στην ανηφοριά», για «Το κομοδίνο», για το «Άλλος για Χίο τράβηξε».

Οδεύοντας προς τα τελευταία χρόνια της χούντας και με όραμα την μεταπολίτευση, ο Γιάννης Μαρκόπουλος το 1974 κυκλοφορεί την περίφημη «Θητεία». «Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα», «Μαλαματένια λόγια» και εφτά ακόμα τραγούδια, αποσπάσματα από ένα έργο που ο Ελευθερίου παραδέχεται ότι τον βασάνισε αρκετά, από την εποχή ακόμα της δολοφονίας Λαμπράκη, έχοντας για αρχικό σχέδιο τη δημιουργία μιας «όπερας». Κι όπως ομολόγησε μετά από χρόνια:

«Την τέλειωσα, αλλά δε μ' άρεσε. Και όταν την ξαναδιάβασα μετά από χρόνια, είδα ότι το μόνο ζωντανό στοιχείο εκεί μέσα είναι τα κείμενα που αποσπάστηκαν για τον ομώνυμο δίσκο. Φυσικά έγιναν πλήθος αλλαγές, με τις απαγορεύσεις της λογοκρισίας».

Ο λόγος βέβαια για τα δυο τουλάχιστον πολυαγαπημένα τραγούδια του Ελληνισμού, τα οποία σχεδόν κατανυκτικά θα τραγουδήσουμε όταν κι όπου χρειαστεί.

Τα «Μαλαματένια λόγια» αναφέρονται στην ιστορία του εργατικού κινήματος, μετά την κατοχή και ολοκληρώνεται με την επταετία. Η λογοκρισία φυσικά πείραξε διάφορα, γιατί στο πρωτότυπο λέει "κι όχι να ζεις μ' αυτή τη συμμορία", ενώ στο δισκογραφημένο η λέξη που χρησιμοποιείται είναι "κομπανία". Ακόμα, έχει αλλάξει και ο στίχος: "και ξημερώματα Παρασκευή" σε "ξημερώνοντας μέρα κακή". Μέρα Παρασκευή ήταν η 21η Απριλίου 1967 αλλά και η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Προκύπτει επίσης σαφής αναφορά στο έργο του Γιώργου Σεφέρη, αν και υπάρχουν διαφωνίες στο θέμα, δεδομένου ότι για «μαλάματα» είχε αναφερθεί εν πολλοίς και ο Βάρναλης. Όμως, πέρα από την πρώτη στροφή που (φαίνεται να) αφορά στην ανάγνωση του έργου του Σεφέρη από τον Μάνο Ελευθερίου:

"Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι, τα βρήκα στο σεργιάνι μου προχθές, τ' αλφαβητάρι πάνω στο τριφύλλι μου μάθαινε το αύριο και το χθες".

Η δεύτερη στροφή αναφέρεται σχεδόν άμεσα στο ποίημα “Ελένη” του Σεφέρη, ενώ και η τελευταία στροφή αναφέρεται στο ποίημα "Επί Ασπαλάθων". Παραθέτουμε πιο σύγχρονη ερμηνεία με τους αυθεντικούς στίχους (Παπακωνσταντίνου, Υφαντής, Καλημέρη).

Το τραγούδι «Τα λόγια και τα χρόνια», αρχικά ήταν πολύ ογκώδες κι έτσι για τον δίσκο «Θητεία» κόπηκε στα δύο και μέρος του έγινε δεύτερο τραγούδι με τον τίτλο «Τη δόξα των ανθρώπων». Το τρίτο κουπλέ, έγινε μάλιστα και το τραγούδι σύνθημα του Πολυτεχνείου τότε, με την ευφυέστατη αλλαγή δύο στίχων. Ο κόσμος όντως νόμιζε πως το τραγούδι αυτό είχε γραφτεί για το Πολυτεχνείο.

Η μοίρα κι ο καιρός το 'χαν ορίσει

Παρασκευή το βράδυ στις 9 (στον κόσμο αυτό να ρίξω πετονιά)

κι η νύχτα χίλια χρόνια να γυρίσει.

Στο τέλος της γιορτής να τραγουδήσει

Παρασκευή το βράδυ του φονιά (αυτός που δεν εγνώρισε γενιά)

και του λαού την πόρτα να χτυπήσει.

Προφανώς στα σπουδαία του έργα συγκαταλέγεται «Το Σεργιάνι στον Παράδεισο» με τον Βασίλη Δημητρίου, όπου εκτός των νεαρών Γιάννη Μπογδάνου και Έλενας Κωστή, η Σωτηρία Μπέλλου τραγουδάει «Ο κόσμος είναι σαν μπαξές».

Με τον Γιάννη Σπανό η συνεργασία τους θα αποδώσει την περίφημη «Μαρκίζα» που ερμήνευσε η Βίκυ Μοσχολιού το 1977, και συνέχισαν μέχρι που το 2001 για τελευταία φορά συνεργάστηκαν στο τραγούδι «Η Αυστραλία» για τη φωνή της Χαρούλας Αλεξίου. Το 1977 ξεκινά και τη συνεργασία του με τον Θάνο Μικρούτσικο, στα «Τροπάρια για φονιάδες», που όμως δεν είχε σημαντική συνέχεια μέχρι την περίπτωση του «Άμλετ της Σελήνης». Στο τεύχος 58 του Μετρονόμου, λέει ο Θάνος Μικρούτσικος για τον Ελευθερίου:

«Είμαι υπερήφανος γιατί τα κατάφερα να σταθώ στο ύψος του Ελευθερίου σ' αυτόν τον δίσκο. Δεν θα μπορούσα να το κάνω με μια πιο μονοεπίπεδη μουσική. Γιατί; Γιατί υπήρχαν πολλά πράγματα που ήταν πολύ καλά κρυμμένα και έπρεπε με τη βοήθεια του ίδιου του κειμένου να τα αποκαλύψω. Νομίζω ότι αυτό συνέβη στα «Παγώνια της θάλασσας», στη «Δίκοπη ζωή», στον «Κώστα Μίχο» που το έχουμε αφιερώσει στον Γιώργο Χειμωνά, και βεβαίως και στη Ρόζα Λούξεμπουργκ».

Με τον Ηλία Ανδριόπουλο στη σύνθεση και ερμηνεία του Αντώνη Καλογιάννη με την Άλκηστη Πρωτοψάλτη στα φωνητικά, πιο γνωστή επιτυχία ήταν το «Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες». Όπου καταφέρνει επιδέξια να «περάσει» ακόμα και την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843, μέσα από μια ανθρώπινη στιγμή. Την ημέρα δηλαδή, που το τότε Βασίλειο της Ελλάδος απέκτησε για πρώτη φορά Σύνταγμα.

«Και επειδή δεν δημιουργούν όλες οι εποχές και οι καιροί στέρεα πράγματα στην τέχνη, έχω την εντύπωση ότι τα ποιήματα και τα τραγούδια του Ελευθερίου θα αποτελούν σημείο αναφοράς και για τις νεότερες γενιές των ανθρώπων στο μέλλον», λόγια του Ηλία Ανδριόπουλου στο περιοδικό Μετρονόμος (τ. 58).

Ο Αντώνης Καλογιάννης είναι εκείνος ο ερμηνευτής που έρχεται… δεύτερος σε τραγούδια του Ελευθερίου. Πρώτος είναι ο Γιώργος Νταλάρας, ο ερμηνευτής που τραγούδησε πάμπολλες δημιουργίες του. Μόνο από τη συνεργασία του με τον Κουγιουμτζή προέκυψαν απίστευτα διαχρονικά τραγούδια που ερμήνευσε ο Νταλάρας: «Οι ελεύθεροι κι ωραίοι», «Στα χρόνια της υπομονής», «Του κάτω κόσμου τα πουλιά». Κι όταν δημιούργησε τη δική του εταιρεία παραγωγής, το «Καμπανάκι», του ζήτησε να γράψει στίχους καινούργιους για 13 τραγούδια, για 13 συνθέτες και 12 ερμηνευτές (ο Νταλάρας είπε δύο). Το άλμπουμ που δημιουργήθηκε το 2008 ονομάστηκε «Πάντα κάτι μένει».

Ακούμε σε μουσική του Δημήτρη Παπαδημητρίου το «Οι σταθμάρχες», με τη φωνή του Γιώργου Νταλάρα.

Πριν από κάποια χρόνια ο Σπύρος Αραβανής προσπάθησε να αναλύσει στο "Music Paper" τη στιχουργική του Μάνου Ελευθερίου. Βλέπει τις επιρροές του από τους Έλληνες λογοτέχνες, τον Σολωμό, τον Κάλβο, τον Παπαδιαμάντη, τον Καρυωτάκη, τον Σεφέρη, τον Βάρναλη, τον Παλαμά, τον Σαχτούρη. Αναλύει στίχους του δημιουργού, τους τοποθετεί δίπλα σε καθέναν από αυτούς και αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Θα τον έλεγε κανείς πολυσχιδή προσωπικότητα με όλες αυτές τις διαφορετικές επιρροές και είναι τελικά, αλλά σαν άνθρωπος με άποψη έχει και τις εμμονές του. Οι στίχοι του γυρνούν γύρω από «καφενεία», άπειροι στίχοι του έχουν τη λέξη «καφενείο» ή «καφενεία». Ο ίδιος το εξηγεί στο βιβλίο του «Είναι αρρώστια τα τραγούδια» (εκδ. Καστανιώτη 2002):

«Από πολλά χρόνια, όσες φορές έφτανα σε αδιέξοδο από τις αρρώστιες και τις απογοητεύσεις μου, πάντα σκεπτόμουν ν' αποσυρθώ σε μια μικρή πόλη, μάλλον παραθαλάσσια να ξεφύγω απ΄τη βρομιά της πρωτεύουσας και ν' ανοίξω ένα μικρό καφενεδάκι. Έτσι σκέπτομαι κι έτσι περνά ο φαρμακωμένος καιρός».

Το ίδιο πάντως συμβαίνει και με τα «μαλάματα», σχεδόν ισότιμα με τα «καφενεία», αλλά είναι άδικο για το σύνολο του έργου του να δούμε μονοδιάστατα μια τέτοια βαρύτητα. Υπάρχουν κι άλλες λέξεις που «αγαπάει» ένας ποιητής και τις χρησιμοποιεί, σαν τους μπαξέδες, στολισμένες λέξεις δηλαδή! Έχοντας βρει τον τρόπο να αποδώσει στιχουργικά ιστορικά γεγονότα, πολιτικές καταστάσεις, πρόσωπα, κάνει διαλόγους, είναι άδικο επαναλαμβάνω να δει κανείς μόνο ένα δέντρο σε ένα καταπράσινο δάσος. Ακόμα και στα τραγούδια που είδαμε ότι αφορούσαν σε μια εμπορικότητα λαϊκή, ο στίχος έχει σταθεί στο ύψος «Ελευθερίου». Ο ίδιος υπενθυμίζει τα λόγια του Μποντλέρ:

«αν θέλεις να δεις την ψυχοσύνθεση ενός ποιητή, βρες τις λέξεις που επαναλαμβάνονται μέσα στο έργο του».

Και στο κάτω κάτω «σε μια θάλασσα μαλαματένια» αποχαιρέτησε πρώτος τον Μάρκο Βαμβακάρη όταν εκείνος έφυγε από τη ζωή το 1972. «Στους μπαξέδες» λοιπόν, σε μουσική Δήμου Μούτση με τη φωνή της Βίκυς Μοσχολιού, εις μνήμην Μάρκου Βαμβακάρη.

Το ότι είχε άποψη στιχουργική και την υποστήριζε και όσον αφορούσε σε άλλους στιχουργούς, έχει μια βαρύτητα. Μια ενδιαφέρουσα άποψη - ένσταση λοιπόν του Μάνου Ελευθερίου για την ποίηση του Νίκου Καββαδία (4.6.2010), από αφιέρωμα για εκείνον, στο Δεύτερο πρόγραμμα Ελληνικής Ραδιοφωνίας.

Το 1962, σε ηλικία μόλις 24 ετών, δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, με τίτλο «Συνοικισμός», με δικά του χρήματα αλλά δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία. Τον Οκτώβριο του 1963 ξεκίνησε να εργάζεται στο «Reader's Digest» όπου και παρέμεινε για τα επόμενα δεκαέξι χρόνια. Στο μεταξύ, κυκλοφόρησαν τα δύο πρώτα του βιβλία με διηγήματα, «Το διευθυντήριο» (1964) και «Η σφαγή» (1965), για τα οποία γράφτηκαν εξαιρετικές κριτικές. Έγραψε και εικονογράφησε παραμύθια για παιδιά, ενώ επιμελήθηκε την έκδοση λευκωμάτων με θέμα την Σύρο: «Ενθύμιον Σύρας», «Θέατρο στην Ερμούπολη» κ.ά.Την δεκαετία του '90 αρθρογραφούσε και έκανε ραδιοφωνικές εκπομπές στον Αθήνα 9,84 και στο Δεύτερο Πρόγραμμα.

Το 1994 εξέδωσε τη πρώτη του νουβέλα με τίτλο «Το άγγιγμα του χρόνου». Το 2004 δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Ο Καιρός των Χρυσανθέμων», η οποία τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας το 2005. Την επόμενη χρονιά κυκλοφορεί το μυθιστόρημα «Η γυναίκα που πέθανε δυο φορές», ένα έργο που βασίζεται στη δολοφονία της Ελένης Παπαδάκη στα Δεκεμβριανά του 1944. Επρόκειτο για μια σπουδαία ηθοποιό, εφάμιλλη της Κοτοπούλη τότε, όμως συνελήφθη από το ΕΑΜ ως προδότης και εκτελέστηκε με βάναυσο τρόπο. Ο Ελευθερίου, πολιτικά ενημερωμένος και ξεκάθαρος, αναλύει και σε κείμενά του (γιατί ασχολήθηκε πολύ), το ρόλο της Παπαδάκη, του ΕΑΜ και το αποτέλεσμα της πράξης αυτής, όταν ουσιαστικά το ΚΚΕ δια στόματος του Γ.Γ. Ζαχαριάδη διαχώρισε τη θέση του. Το σημαντικότερο σε αυτήν την ιστορία, ήταν ο ρόλος των ΕΑΜιτών ηθοποιών που αποτελούσαν το προεδρείο αποφάσεων, στο οποίο στη μέση υπήρξε ο Αιμίλιος Βεάκης, όμως προκύπτει από ιστορικά στοιχεία ότι «σερνόταν» από άλλους. Βασικά πρόσωπα ο Χρήστος Τσαγανέας (βεβαίως, βεβαίως) και ο Θόδωρος Μορίδης.

Ο μεγάλος μας δημιουργός το 2013 βραβεύθηκε για την συνολική προσφορά του από την Ακαδημία Αθηνών. Φεύγοντας από τη ζωή είχε φροντίσει να καλύψει μια ιστορία που τον συγκλόνισε, την άδικη δολοφονία του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Το τραγούδι «Στη χώρα των αθώων» είναι ένα συγκλονιστικό ποίημα του Μάνου Ελευθερίου, μελοποιημένο από τον Μίλτο Πασχαλίδη. Ο Μάνος Ελευθερίου έγραψε το ποίημα, όταν πληροφορήθηκε, με συντριβή, τον άδικο θάνατο του νέου, που αυτοκτόνησε μην αντέχοντας τον εκφοβισμό. Τότε επικοινώνησε με τον Μίλτο Πασχαλίδη και του το απήγγειλε, παρακινώντας τον να το μελοποιήσει.

«Μόλις το είχε ολοκληρώσει και έτρεμε η φωνή του, είχε ακόμα την ταραχή της γέννας» σημειώνει ο τραγουδοποιός στο σημείωμα του δίσκου.

Πέρασαν χρόνια, μέχρι να μπορέσει ο Μίλτος Πασχαλίδης να «ξεκλειδώσει» τους στίχους και να τους μελοποιήσει.

Ένα άλμπουμ με δικούς του στίχους επίσης κυκλοφόρησε ο Γιώργος Νταλάρας το 2020, με τον γενικό τίτλο «Ο νοητός λύκος». Οι συνθέσεις είναι του Γιώργου Ανδρέου και συμμετέχουν οι Χρήστος Θηβαίος και η Μάρθα Φριντζήλα. Λέει ο Γιώργος Νταλάρας τα παρακάτω:

"Στον «Νοητό λύκο» ο ποιητής φεύγει από το σώμα του, γίνεται κριτής, γιατρός και άγγελος του εαυτού του και τον οδηγεί σ' ένα ταξίδι στον κάτω κόσμο, έστω για λίγο, εκεί που κάθονται οι σκιές χωρίς φτιασίδι. Εκεί κρίνει και κρίνεται. Αποκαλύπτει έτσι το νόημα και την ευθύνη της τέχνης του, μιας τέχνης ενός ανθρώπου ο οποίος ακροβατεί και ισορροπεί όχι στη συνήθεια, αλλά «στην αίρεση του κόσμου». Στον «Νοητό λύκο» ο ποιητής λαμβάνει χάρη, γίνεται προφήτης, απογειώνεται".

Ο Μάνος Ελευθερίου έφυγε από τη ζωή την 22α Ιουλίου 2018, μια μόνο μέρα πριν δει κι ο ίδιος την καταστροφή στο Μάτι Αττικής. Είναι σίγουρο ότι η πένα του θα έπαιρνε φωτιά, η ψυχή του θα πάλευε με τους δαίμονές του, για να αποτυπώσει με τα δικά του λόγια αυτήν την τραγικότητα. Και πάλι θα είχε να πει για «μαλαματένια λόγια» από τους υπεύθυνους, θα είχε να πλέξει τις λέξεις του με τέτοιον τρόπο ποιητικό και συνάμα πονετικό, πικρό πολλές φορές, αλλά έτσι είναι η ποίηση. Ψάχνει στη μια λέξη την ουσία από μια καντάρια πράματα. Δεν είπε τυχαία μάλλον τη φράση:

«Εμένα ο θάνατος δεν με ενδιαφέρει, εκεί ο πέλεκυς

είναι μια και καλή».

    Μοιραστείτε το άρθρο:

    Σχολιάστε

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

    Νίκος Γκάτσος - Η κληρονομιά

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς «Φτάνει ν' ανθίσει μόνο λίγο σιτάρι για τις γιορτές, λίγο κρασί για τη...

    Συνέχεια

    Γιώργος και Γεωργία

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος

    Συνέχεια

    «Απαγορεύομεν και διατάσσομεν»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Και είναι και πάλι Παρασκευή η 21η Απριλίου 2023. Σκέφτομαι «...

    Συνέχεια

    Ρένα Κουμιώτη

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Το πρώτο τραγούδι που έδωσε ο Μίμης Πλέσσας στη Ρένα...

    Συνέχεια

    Άκος Δασκαλόπουλος

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Ο Άκος (Κυριάκος) Δασκαλόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1937 στις 23...

    Συνέχεια

    Για τον Τάσο Βουγιατζή

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Ο Τάσος Βουγιατζής γεννήθηκε 16 Φεβρουαρίου 1963 στην Καστέλλα, στον...

    Συνέχεια

    Έλληνες στιχουργοί

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Διάβασα συνέντευξη του στιχουργού Ηλία Φιλίππου στα ΝΕΑ...

    Συνέχεια

    7+2+1 τραγούδια υπέρ… Βαλεντίνου

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Υπέρ Βαλεντίνου το… ανάγνωσμα, λοιπόν! Που εμείς στην Ορθόδοξη...

    Συνέχεια

    Κάθε στιγμή ραδιοφώνου είναι λόγος ύπαρξης

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Σε λίγες μέρες κλείνουν 43 χρόνια από τον φοβερό σεισμό του 1981 στις...

    Συνέχεια

    Nίκος Ξανθόπουλος - Τραγουδώντας με το «παιδί του λαού»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Τον Νίκο Ξανθόπουλο τον θυμάμαι πάντα ως μια εικόνα συνδεδεμένη με...

    Συνέχεια