Αφιερώματα

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι

Φλέρυ Νταντωνάκη - Ένα σπάνιο ταλέντο με πολλά τραύματα

Γράφει ο Κώστας Προβατάς

Η περίπτωση Φλέρυ Νταντωνάκη λίγο πολύ είναι γνωστή και μάλιστα στα πιο στενά της πλαίσια. Είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, τόσο από την δική της ιδιοσυγκρασία όσο και από το υπέροχο ταλέντο της. Δυο κολώνες μιας ζωής θα έλεγε κανείς, που στην εξέλιξή της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και άδικη.

Για τις τελευταίες στιγμές της στο νοσοκομείο Μεταξά, έχουν γραφτεί κάποιες μαρτυρίες από συγγενείς των διπλανών ασθενών. Καταλήγει από άπνοια, με την τελευταία λέξη της ζωής της να είναι μια βρισιά, ωστόσο στην κατάσταση που βρισκόταν πια μόνο αυτό δεν είχε σημασία. Μεγαλύτερη σημασία έχει ότι τα έξοδα για την κηδεία της τα έκανε ο θετός γιος του Μάνου Χατζιδάκι, τοποθετώντας την δίπλα στον πατέρα του στην Παιανία.

Στη σύγκριση των καταστάσεων και στον αντίποδα, ο πρώτος δίσκος της που κυκλοφόρησε το 1965 στην Αμερική με τον τίτλο, «Flery – Isles of Greece», είχε ένα κόστος γύρω στα 350 δολάρια. Γιατί άραγε τόσο ακριβός; Μα ΔΙΟΤΙ τραγουδούσε η μεγαλύτερη φωνή της Ελλάδας, έτσι έλεγαν οι ιδιοκτήτες των δισκάδικων. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν αντίτυπα στο Μοναστηράκι, πολύ περιορισμένα σε καταστήματα βινυλίων, που το πουλούν πάνω από 450 €, συλλεκτική τιμή.

Κάπως έτσι ξεκίνησε η μεγαλύτερη γυναικεία φωνή της Ελλάδας, κάτι που δεν είναι υπερβολή, με έναν δίσκο που κυκλοφόρησε από την Εταιρεία "Vanguard" της Τζόαν Μπαέζ, με λαϊκά τραγούδια των Παπαϊωάννου, Γαβαλά, Ατταλίδη και Καζαντζίδη, με σολίστ τον ελληνικής καταγωγής κλαρινετίστα, Γκας Βάλι.

Και πως φτάσαμε εκεί; Μια τυχαία γνωριμία τής δίνει την ευκαιρία που ζητούσε και το 1957 τη βρίσκει φοιτήτρια σε πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας. Συνεχίζει με υποτροφία στη Βοστώνη, όπου σπουδάζει Ιστορία Ιδεών, ενώ στη συνέχεια φοιτά σε σχολή θεάτρου της Νέας Υόρκης και παράλληλα εργάζεται σε ένα καφέ, ως σερβιτόρα. Εκεί την ακούει τυχαία ένας δημοσιογράφος να τραγουδά και την επόμενη μέρα γράφει ένα άρθρο γι' αυτήν στην εφημερίδα, που, όπως παραδέχεται, τη βοήθησε πολύ.

Το 1970, σε μια παράσταση-αφιέρωμα στον Ζακ Μπρελ στο θέατρο «Οφ Μπροντγουέι», την άκουσε ο Μάνος Χατζιδάκις: Έγινε η μούσα του, τραγουδώντας με ανεπανάληπτο τρόπο «Τον Κύκλο του CNS», τον «Μεγάλο Ερωτικό». Επίσης τις «Γειτονιές του Φεγγαριού», τον «Καπετάν Μιχάλη» και τα «Λειτουργικά». Εδώ την ακούμε στη «Φραγκοσυριανή» από τα «Λειτουργικά».

Στις 29 Μαΐου του 1970, ενώ είχε ήδη γνωριστεί με τον Μάνο Χατζιδάκι, κάνει την πρώτη γνωριμία της με το αθηναϊκό κοινό, τραγουδώντας στο «Κονσέρτο '70» του Σταύρου Ξαρχάκου στο θέατρο «Κοτοπούλη». Ντυμένη με φορεσιά κοσμημένη με μοτίβα λαϊκής ελληνικής τέχνης, ερμήνευσε τα τραγούδια του Ξαρχάκου από το μιούζικαλ, «Δώδεκα μήνες καλοκαίρι», ένα συνδυασμός pop μουσικής της εποχής και δημοτικών μοτίβων. Μαζί της και ο νεαρότατος Βλάσσης Μπονάτσας, ενώ στο ίδιο κονσέρτο και ο Σταμάτης Κόκοτας τραγούδησε όλες τις γνωστές επιτυχίες του συνθέτη. Κι αν το καλοσκεφτούμε και χρονικά, ο Ξαρχάκος είναι ο πρώτος Έλληνας συνθέτης με τον οποίον συνεργάζεται η Νταντωνάκη. Ο Γιώργος Παπαστεφάνου θυμάται ότι ο Ξαρχάκος εκείνο το βράδυ σύστησε στον κόσμο «ένα αγόρι κι ένα κορίτσι». Εννοώντας την Νταντωνάκη και τον Μπονάτσο. Και συνεχίζει ότι «ήταν έκληξη για εκείνον η ερμηνεία της Νταντωνάκη στα τραγούδια του "Άναμπελ" και "Κορίτσια στον ήλιο"». Η βραδιά αυτή επαναλήφθηκε και στο «Μετροπόλιταν», με την Νταντωνάκη, τον Μπονάτσο και τον Γιώργο Μούτσιο.

Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στο έργο του Βασίλη Φωτόπουλου, «Ορέστης», ενσαρκώνοντας και την Κλυταιμνήστρα και την Ηλέκτρα. Ο Φωτόπουλος υπήρξε από το 1965 ο πρώτος Έλληνας σκηνογράφος βραβευμένος με Όσκαρ, για την ταινία «Zorba the Greek» του Μιχάλη Κακογιάννη.

Την περίοδο 1972–73 συναντιέται καλλιτεχνικά και με τον Χρήστο Λεοντή, με σκοπό να παρουσιάσουν τα τραγούδια του από τον κύκλο «Αχ, Έρωτα» στο «Πολύτροπον» της Πλάκας. Γίνονται οι πρόβες, αλλά η συνεργασία δεν ολοκληρώνεται ποτέ, για λόγους «σεληνιασμένους», όπως είπε ο Λεοντής σε συνέντευξή του. Η Νταντωνάκη ήθελε να τραγουδάει με νυφικό που να έχει ουρά πεντάμετρη, ο επιχειρηματίας δεν συμφώνησε και έτσι γράφτηκε η ιστορία. Ο Λεοντής ωστόσο παρατήρησε: «Δυστυχώς, δεν προνόησα να ηχογραφήσω κάτι από τις πρόβες που κάναμε». Οι δυο τους μάλιστα είναι γεννημένοι την ίδια μέρα, την 11η Μαϊου, το 1937 η Νταντωνάκη και το 1940 ο Λεοντής.

Η Φλέρυ Νταντωνάκη συμμετείχε επίσης στους δίσκους «Πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι» του Μάνου Χατζιδάκι και τη «Νυχτερινή δοκιμασία» του Ηλία Λιούγκου, ενώ το 1986 τραγούδησε στο δίσκο «Τσιμεντένια Τρένα» με τους Τερμίτες, που ουσιαστικά αποτελεί και το κύκνειο άσμα της στη δισκογραφία. To 2003 o αείμνηστος Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, έλεγε σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ την εμπειρία του για τη Φλέρυ Νταντωνάκη: «Τρελάρα, αλλά και ιέρεια, ρε παιδί μου. Το "Τραγούδι της νύχτας" το ερμήνευσε μια κι έξω, στην πρόβα δηλαδή. Δεν το ξαναηχογραφήσαμε».

Το 1994 τραγούδησε με έναν εντελώς ιδιαίτερο και τραγικό τρόπο το κομμάτι «Μάνα μου και Παναγιά» των Τάσου Λειβαδίτη και Μίκη Θεοδωράκη, ερμηνεία που έχει καταγραφεί στον δίσκο «Άπονες Εξουσίες».

Στις 2 Φεβρουαρίου του 1980, η Φλέρυ Νταντωνάκη τραγούδησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα αγγλόφωνα τραγούδια, τα οποία μεταδόθηκαν ραδιοφωνικά από το Γ' Πρόγραμμα στις 10 Φεβρουαρίου. Οι μοναδικές αυτές ερμηνείες αποτυπώθηκαν στον δίσκο «Φλέρυ Νταντωνάκη: Η αιώνια εφηβεία της φωνής».

Το 1984 ερμηνεύει a capella το «Ω γλυκύ μου έαρ» για ένα ντοκιμαντέρ με στατικές εικόνες που σκηνοθέτησε ο Βασίλης Κεσίσογλου για το Υπουργείο Πολιτισμού. Μέσα από το συντηρητικό θέμα του, ο Κεσίσογλου κατάφερε τελικά να συνεργαστεί σ' αυτή τη δουλειά με δύο μεγάλους Έλληνες τραγουδιστές: τον Πόντιο Χρύσανθο και τη Φλέρυ Νταντωνάκη φυσικά. Ο συγκεκριμένος ύμνος πέρασαν χρόνια, για να καλυφθεί με τον ίδιο τρόπο κι αυτό έγινε από τη Σαβίνα Γιαννάτου με τους Primavera en Salonico στις «Παναγιές του Κόσμου».

Κουρασμένη από τα φώτα της σκηνής, επέλεξε έναν άλλο δρόμο και αποσύρθηκε στο δικό της κόσμο. Εξαίρεση η μαγική βραδιά του 1985, που ανέβηκε στη σκηνή της Ρωμαϊκής Αγοράς, αφού πείστηκε από την Δήμητρα Γαλάνη να τραγουδήσουν μαζί. Κάτι που δεν ήταν εύκολο, όπως μαρτυρά η Γαλάνη στις συνεντεύξεις του ντοκιμαντέρ που σκηνοθέτησε ο Αντώνης Μποσκοϊτης για την Νταντωνάκη, το «Φλέρυ, η τρελή του Φεγγαριού». Έλεγε ότι την έψαχνε στα παρασκήνια, δεν αποφάσιζε μέχρι τελευταία στιγμή να βγει, κρυβόταν και απέφευγε. Όμως την έπεισε και η βραδιά καταγράφηκε. Η Φλέρυ Νταντωνάκη και η Δήμητρα Γαλάνη ερμηνεύουν το παραδοσιακό ηπειρώτικο τραγούδι, «Χαλασιά μου», στη σκηνή της «Ρωμαϊκής Αγοράς» το καλοκαίρι του 1985 και το παραθέτουμε. Η ηχογράφηση πραγματοποιήθηκε για ιδιωτική χρήση και συμπεριλήφθηκε στο box set «Δήμητρα Γαλάνη - Εφ' όλης της ύλης 1969-1999».

Από τις διάφορες έγκυρες πια πηγές, πληροφορούμαστε για την αντιδικτατορική δράση της Νταντωνάκη, ενώ ήταν στην Αμερική. Γνωρίζεται με τη Μελίνα Μερκούρη και τον Ανδρέα Παπανδρέου και συχνά τραγουδά στις εκεί συγκεντρώσεις του. Θα αντικαταστήσει, μάλιστα και τη Μελίνα σε μια από τις παραστάσεις του «Ilya darling» του Jyles Dassin – θεατρική προσαρμογή της ήδη βραβευμένης με Όσκαρ ταινίας, «Ποτέ την Κυριακή» – στο ρόλο της Ίλιας.

Στην εκπομπή «Merv Griffin Show» στην οποία συχνά ήταν προσκεκλημένη, είναι ο πρώτος Έλληνας καλλιτέχνης που καταγγέλλει τη χούντα των συνταγματαρχών, τραγουδώντας μάλιστα ζωντανά στην αμερικανική τηλεόραση το «Σώπα, που να' ναι θα σημάνουν οι καμπάνες» από τη «Ρωμιοσύνη» του Μίκη Θεοδωράκη.

Στα στοιχεία από τις συνεντεύξεις που έχει δώσει, κυρίως από τα σωζόμενα της ΕΡΤ, ενδιαφέρον έχουν ορισμένα από τα λεγόμενά της.

Θεωρούσε το πιο σπουδαίο ελληνικό ερωτικό τραγούδι, το «Πιο καλή η μοναξιά» που ερμήνευσε ο Γιάννης Πάριος, ένα τραγούδι που ο καλλιτέχνης είδε δημιουργήσει με το γιο του, Χάρη Βαρθακούρη.

Στο Μπροντγουέι πρωτοέπαιξε στην ταινία «Summertime in Venice», με πρωταγωνίστρια την Κάθριν Χέπμπορν. Ενσάρκωνε μια Ιταλίδα νεαρή κοπέλα, σε έναν σχετικά μικρό ρόλο. Ωστόσο η κριτική των Sunday Times ήταν διθυραμβική, συγκρίνοντάς την μάλιστα με τη Λάιζα Μινέλι!

Εμπιστεύτηκε και ακολούθησε τις απόψεις του ψυχαναλυτή της, του σημαντικού αλλά και ριζοσπαστικού Αυστριακού Βίλχελμ Ράιχ, ο οποίος θεωρείται η δεύτερη γενιά του Σίγκμουντ Φρόιντ, όντας και μαθητής του. Ακόμα και στην εσχατιά του μυαλού της, ομολόγησε ότι είτε εκείνον θα ακολουθούσε ή τη Μητέρα Τερέζα.

Για να γίνουν οι εγγραφές του «Μεγάλου Ερωτικού», λόγω της απαιτητικότητας που είχε αλλά και της ανασφάλειας για την εμπορική επιτυχία, χρειάστηκε αρκετός καιρός. Συγκεκριμένα έλεγε στην δημοσιογράφο, Έφη Πουλοπούλου: «Για να γραφτεί και να ολοκληρωθεί μια εγγραφή, κάθε φορά γεννούσα».

Το 1995 στο περιοδικό «Δίφωνο», σε συνέντευξη στον Άγγελο Κουτσούκη, απάντησε ποιον τραγουδιστή θεωρεί κορυφαίο: «Η μεγαλύτερη τραγουδίστρια για 'μένα είναι μια τραγουδίστρια από την Αίγυπτο, λέγεται Ουμ Καλσούμ, και όταν ζούσε και τραγουδούσε οι άνθρωποι ανέπνεαν μαζί της, τραγουδούσαν μαζί της και αναστέναζαν μαζί της. Η Ουμ Καλσούμ έχει αυτή την ειδικότητα, ότι, όπως εγώ έχω μια τρυφερότητα και μια ευαισθησία, αυτή κάνει τον πόνο και την απελπισία της μια αναπνοή, με μουσική μαζί. Είναι εκπληκτική».

Με την εξάχρονη τότε κόρη της, τη Ζωή, παράτησε τα πάντα και πήγε προς το Θιβέτ και τις Ινδίες, για να μείνει σε φυτείες τσαγιού και να ανακαλύψει τον εαυτό της. Αρνούμενη ουσιαστικά το δυτικό τρόπο ζωής αλλά και το ταλέντο της.

Σε συνέντευξη στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο είχε πει ότι στην Ουάσιγκτον είχε βιαστεί, χωρίς άλλες λεπτομέρειες. Την ίδια εποχή συνδέθηκε με έναν γκουρού που της επέβαλε να εμφανίζεται σε ένα νυχτερινό κέντρο και ταυτόχρονα της άρπαξε όλη την περιουσία της. Με το πρόσχημα ότι η ίδια είναι αμαρτωλή μόνο που τον κοίταξε στα μάτια!

Θέλησε να γίνει καλόγρια, στα μέσα της δεκαετίας του '70. Η απόφαση αυτή προκύπτει από την ψυχική της διάθεση να έρθει πιο κοντά στο Θεό, κυρίως για να εξαγνιστεί για την καλλιτεχνική της φύση που ουσιαστικά είναι η «υποκριτική». Θεωρούσε δε τον εαυτό της έναν «μικρό βουδάκο». Κυρίως όμως, όπως αποκαλύπτει στη ραδιοφωνική της συνέντευξη στην ΕΡΤ το 1985, πίστευε ότι ο καθένας πρέπει να γνωρίσει όλα τα μυστήρια κάθε θρησκείας και να αποφασίσει τι να ακολουθήσει. Όμως να το ακολουθήσει με πίστη και καρδιά. Από τον προηγούμενο χρόνο πάντως, είχε στραφεί στην Ορθοδοξία, δεδομένων των συνθηκών που γνώρισε -και αντιπάθησε τελικά- στις ανατολίτικες θρησκείες.

Το 2007 ο Γιώργος Λιάνης εξέδωσε το βιογραφικό έργο, “Φλέρυ Νταντωνάκη: Η Φεγγαρική Αηδόνα”, ένα προσωνύμιο ωστόσο που της είχε αποδώσει ο ποιητής Νίκος Καρούζος. Άλλοι πάλι έλεγαν ότι, όταν η Φλέρυ ξεκίνησε να τραγουδάει, ένας άγγελος έχασε τη φωνή του και την βρήκε ξανά, όταν αυτή έφυγε από τη ζωή. Κι αυτό συνέβη την 18η Ιουλίου 1998, μόνο που ποτέ δε θα μάθουμε αν όντως ένας άγγελος ξαναμίλησε ή ξανατραγούδησε κι εδώ που τα λέμε ας μείνει ο μύθος. Εξάλλου η ιστορία μέχρι εκείνη τη στιγμή αφορούσε σε μια γυναίκα με «πολλούς δαίμονες».

Αυτό που μάθαμε επίσης από την ιστορία, ήταν πως η Ελευθερία Παπαδαντωνάκη, όπως ήταν το πλήρες όνομα της Φλέρυς, κάποτε αποφάσισε να γίνει σταρ και κάποτε άλλοτε καλόγρια ή ακόμα ακόμα κάποια μεταφυσική οντότητα. Κάποτε, αυτή η τόσο ντροπαλή και αγοραφοβική γυναίκα πίστεψε στους ανθρώπους και στους Θεούς, κάποτε τους απαρνήθηκε όλους. Την τελευταία της στιγμή πιο συγκεκριμένα, όταν απλά ξεψύχησε ψιθυρίζοντας «Πούστ…ες».

Αλήθεια ή μύθος, ο σταυρός της Παιανίας πάνω από τον τάφο της αναγράφει το όνομα «Αταντωνάκη», από ένα λάθος μάλλον του μαρμαρά. Μόνο που κανείς δεν μπήκε στον κόπο να το διορθώσει και φανταστείτε κάτι πιο τραγικό… Το ξέρουμε όλοι!

    Μοιραστείτε το άρθρο:

    Σχολιάστε

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

    Βασίλης Τσιτσάνης – Μια εκπομπή ραδιοφώνου στο χαρτί

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Αυτό που θα επιχειρήσουμε «εγγράφως» είναι μια αλλιώτικη ραδιοφωνική...

    Συνέχεια

    Η δισκογραφία στην Ελλάδα το 2022

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Παλαιότερα η δισκογραφία ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την πώληση δίσκων. Στο πρόσφατο...

    Συνέχεια

    O συνθέτης Κώστας Δέδες μιλάει για τον αείμνηστο κοντραμπασίστα Ανδρέα Ροδουσάκη

    Έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα της Πέμπτης 29 Δεκεμβρίου ο Ανδρέας Ροδουσάκης.

    Συνέχεια

    Επανεκδόσεις

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Στην ψηφιακή εποχή ο φυσικός φορέας ήχου έχει υποχωρήσει. Είτε βινύλιο είτε CD, οι...

    Συνέχεια

    Iάκωβος Καμπανέλλης - Από την «Αυλή των θαυμάτων» στη «Γειτονιά των Αγγέλων»

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση του Ιάκωβου Καμπανέλλη...

    Συνέχεια

    James Bond – «Τραγουδώντας» για τα 60 χρόνια του αγαπημένου Πράκτορα

    Γράφει ο Κώστας Προβατάς Ο κινηματογράφος είναι γεμάτος από «ήρωες» που αγαπήθηκαν από το κοινό για...

    Συνέχεια

    Μαρία Φαραντούρη - H απέραντη φωνή της Δημιουργίας

    Γράφει ο Γιάννης Φαλκώνης Φωτογραφίες: Γιάννης Φαλκώνης Η φωνή της Μαρίας...

    Συνέχεια

    Σωτήρης Κοματσιούλης

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Ο Σωτήρης Κοματσιούλης γεννήθηκε στη Σιάτιστα, μεγάλωσε στη Λάρισα...

    Συνέχεια

    Ο Σταμάτης στη δισκογραφία

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Στις 8 Noεμβρίου, ημέρα των Ταξιαρχών, Μιχαήλ και...

    Συνέχεια

    Στίγμα '90

    Γράφει ο Πέτρος Δραγουμάνος Ταμπελοκουλτούρα ονομάζεται ο τρίτος δίσκος των Στίγμα...

    Συνέχεια